~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
................ Επιμέλεια Σελίδας: Πάνος Αϊβαλής, υπεύθυνος έκδοσης του περιοδικού "Ύφος", ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: kepeme@gmail.com...............
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η Φωτό Μου
Ξεφυλλίζοντας... με τον Πάνο Αϊβαλή

"O άνθρωπος πρέπει κάθε μέρα ν᾽ακούει ένα γλυκό τραγούδι, να διαβάζει ένα ωραίο ποίημα, να βλέπει μια ωραία εικόνα και, αν είναι δυνατόν, να διατυπώνει μερικές ιδέες. Αλλιώτικα χάνει το αίσθημα του καλού και την τάση προς αυτό...". Γκαίτε.

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

Η λογοτεχνία, ένα εργαλείο σκέψης και στοχασμού

     ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ    


της Ευγενίας Μπογιάνου*

Τα ράφια των βιβλιοπωλείων είναι γεμάτα υποσχέσεις: το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ, η περιπέτεια είναι πάντα μπροστά, οι δρόμοι ανοιχτοί, οι δυνατότητες απεριόριστες
Τον σημερινό κόσμο, μέσα σε όλη την πολυπλοκότητα και την αμφισημία του, είναι δύσκολο να τον κατανοήσουμε, πόσο μάλλον να τον αλλάξουμε. Η τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αντιθέτως ο κόσμος και η εξέλιξή του αλλάζουν την τέχνη. Η λογοτεχνία, πάνω από όλα, νομίζω πως είναι ένα εργαλείο σκέψης και στοχασμού. Διαβάζουμε για να εξερευνήσουμε το βάθος της ύπαρξης, για να «αγγίξουμε» το φως και το σκοτάδι της, για να υποψιαστούμε ίσως τα κενά της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Αλλά όχι μόνο για αυτά. Το διάβασμα είναι, κυρίως, ευχαρίστηση, όχι καταναγκασμός. Η χαρά και η συμμετοχή -η έκκριση σιέλου, ας πούμε, στο άνοιγμα της πρώτης σελίδας- φέρνουν το όποιο αποτέλεσμα.
Το να κάνει κανείς μια λίστα με βιβλία είναι από μόνο του πολύ περιοριστικό. Στη θέση ενός καλού βιβλίου θα μπορούσε να είναι ένα άλλο εξίσου καλό. Ελλείψεις και παραλείψεις σίγουρα υπάρχουν πολλές. Τα ράφια των βιβλιοπωλείων όμως είναι γεμάτα υποσχέσεις: το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ, η περιπέτεια είναι πάντα μπροστά, οι δρόμοι ανοιχτοί, οι δυνατότητες απεριόριστες. Το καλοκαίρι, άλλωστε, δίνει πάντα καλές αφορμές, κυρίως περισσότερο χρόνο, για διάβασμα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Χρήστος Χρηστίδης,
«Αναποδογεννημένος,
Εκδόσεις Εντευκτηρίου

Εβδομήντα οκτώ μικρές ιστορίες, σε ενδοσκοπικό δεύτερο πρόσωπο, συνθέτουν τη βιογραφία ενός ανθρώπου που με όργανό του την αποσπασματική μνήμη και το όνειρο καταδύεται στα σκοτάδια του είναι του. Ο συγγραφέας είναι πρωτοεμφανιζόμενος, το έργο του, όμως ώριμο και συγκλονιστικό.     

[Στα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία. Κεντρική διάθεση στη Θεσσαλονίκη: Κέντρο του Βιβλίου (Λασσάνη 3), στην Αθήνα: βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων του 21ου (Ζαλόγγου 9). Επίσης, στον Ιανό (Αθήνας και Θεσσαλονίκης), καθώς και στην Πολιτεία (Ασκληπιού 1, Αθήνα), καθώς και στα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία τους.]  

______________

Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Παρουσίαση βιβλίων του Γεράσιμου Ρηγάτου τη Δευτέρα 11 Απριλίου 2016 και ώρα 19:00 στην Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών: | ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις

  ΕΚΔΉΛΩΣΉ // ΠΑΡΟΥΣΊΑΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ  

Οι Ιατρικές Εκδόσεις ΒΗΤΑ 
σας προσκαλούν 
στην παρουσίαση των βιβλίων του Γεράσιμου Α. Ρηγάτου

«Μήδεια-Προσεγγίζοντας τη μαγεία και τη θεραπευτική της Προϊστορίας» 
και
«Αρχαίοι Μυθικοί Θεραπευτές»

Midia.jpg   ArxaioiMythikoi.jpg
τη Δευτέρα 11 Απριλίου 2016 και ώρα 19:00
στην «Αίθουσα Εκδηλώσεων» της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών
Γενναδίου 8 & Ακαδημίας • 7ος όροφος (πίσω από τη Ζωοδόχο Πηγή)
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
Κώστας Καρούσος
Πρόεδρος ΕΕΛ
Θεόδωρος Παπαγιάννης
Γλύπτης, Ομότιμος Καθηγητής Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών
Αριστογείτων Χαραλαμπάκης
Ιατρός, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Λογοτεχνών
Αναστασία Βασιλάκου
Υπεύθυνη Ιατρικών Εκδόσεων ΒΗΤΑ
ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Σαράντος Καργάκος
Συγγραφέας
Για το βιβλίο «Μήδεια-Προσεγγίζοντας τη μαγεία
και τη θεραπευτική της Προϊστορίας»
Ελένη Χωρεάνθη
Συγγραφέας
Για το βιβλίο «Αρχαίοι Μυθικοί Θεραπευτές»
Αποσπάσματα από τα βιβλία θα διαβάσει η ηθοποιός Χριστίνα Αλεξανιάν
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ
Αυγερινός Ανδρέου
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ
Με τους Δημήτρη Σέμση, βιολί  και Δήμητρα Μαντζουράτου, πιάνο

-----------------------------------------------------------------------------------

Σας περιμένουμε και παραμένουμε στην διάθεσή σας για οποιαδήποτε πληροφορία ή διευκρίνιση.

Με εκτίμηση,
Για τη ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις

Δώρα Μυλωνά
Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων
secretary@betamedarts.gr
__________________________
ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις
Αδριανείου 3 - 115 25 Αθήνα
Τηλ: 210-6714 371 & 210-67 14 340
Fax: 210-67 15 015
E-mail: betamedarts@otenet.gr
www.betamedarts.gr
EN ISO 9001:2000

Κυριακή 3 Απριλίου 2016

Παρουσίαση του μυθιστορήματος με τίτλο "σέρρα Η ψυχή του Πόντου" του Γιάννη Καλπούζου από τις εκδόσεις Ψυχογιός

Εκδήλωση - παρουσίαση την Πέμπτη 7 Απριλίου 2016 και ώρα 20.30 
στο βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ - Σταδίου 24 Αθήνα



"ΣΕΡΡΑ. Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ"
του ΓΙΑΝΝΗ  ΚΑΛΠΟΥΖΟΥ
 Ιστορικό Μυθιστόρημα
Σειρά : Ελληνική λογοτεχνία
Σελίδες : 640, εκδόσεις Ψυχογιός

Ενόψει του εκτοπισμού των Αρμενίων απ' την Τραπεζούντα τον Ιούνιο του 1915, ένα κορίτσι που μοιάζει να το ζωγράφισε ο ίδιος ο Θεός καταφεύγει στο σπίτι ενός αγνώστου. Στην Ορντού ένα άλλο κορίτσι εύπορης ελληνικής οικογένειας ετοιμάζεται για τον γάμο της και πασχίζει να οραματιστεί το μέλλον μ' έναν άντρα τον οποίο ελάχιστα γνωρίζει.
Ο χαρισματικός, θρήσκος και θεματοφύλακας των ηθών της εποχής Γαληνός Φιλονίδης διχάζεται ανάμεσα σε δυο γυναίκες• δοκιμάζεται εμπρός στις ιδέες του• έρχεται αντιμέτωπος με την αγριότητα και το μίσος• συντρίβεται και θέτει ως στόχο ζωής να εκδικηθεί εκείνον που του προκάλεσε τον μέγα πόνο.
Στο παρασκήνιο της μυθοπλασίας ιχνογραφείται ο Πόντος μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών• η ομογενοποίηση των φυλών με συνδετικό κρίκο μα και άλλοθι τη θρησκεία• ο φόβος, η μισαλλοδοξία και ο εθνικισμός που ενσπείρουν οι Νεότουρκοι και στη συνέχεια οι Κεμαλιστές• η καθημερινή ζωή στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης• οι διώξεις των Ελλήνων επί Στάλιν• τα στρατόπεδα εργασίας στη Σιβηρία και οι στέπες του Καζακστάν με αφόρητους καύσωνες το καλοκαίρι και σφοδρό ψύχος τον χειμώνα• οι πόθοι, τα πάθη και τα δεινά των Ποντίων.
Κι όλα, μέσα από το πολυσχιδές ταξίδι που γράφει η ζωή και το ταξίδι που γράφεται για τη ζωή, να φαντάζουν φλόγες και κινήσεις του ποντιακού χορού σέρρα, του χορού της φωτιάς.

Το μυθιστόρημα ξεκινά στην Τραπεζούντα τον Ιούνιο του 1915. Ο Αʹ Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνεται, οι περισσότεροι άντρες του Ελληνισμού του Πόντου από 18 έως 45 χρόνων στενάζουν στα τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού), απ’ όπου ελάχιστοι βγαίνουν ζωντανοί, ενώ οι χωροφύλακες καταδιώκουν τους φυγόστρατους και τους συγγενείς τους.
Ενόψει του εκτοπισμού των Αρμενίων, μια δεκαπεντάχρονη, που μοιάζει να τη ζωγράφισε με τα χέρια του ο ίδιος ο Θεός, καταφεύγει στο σπίτι ενός αγνώστου. Πολλά χιλιόμετρα μακρύτερα, στην Ορντού, ένα κορίτσι εύπορης ελληνικής οικογένειας ετοιμάζεται για τον γάμο της και πασχίζει να οραματιστεί το μέλλον μ’ έναν άντρα τον οποίο ελάχιστα γνωρίζει.
Ο Γαληνός Φιλονίδης, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, διχάζεται ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο γυναίκες και δοκιμάζονται οι ηθικές αρχές του. Είναι απόφοιτος του Φροντιστηρίου, του λαμπρότερου εκπαιδευτικού ιδρύματος του Πόντου, και φιλόλογος, σπουδαγμένος στην Αθήνα. Γνωρίζει πέντε γλώσσες, είναι πολύ θρήσκος και έχει το χάρισμα να μη διακρίνονται στο πρόσωπό του τα συναισθήματά του (λύπη, ταραχή, θυμός, φόβος), ενώ κόντρα στον ήρεμο χαρακτήρα του ασχολείται ερασιτεχνικά με την πυγμαχία.
Οι Οθωμανοί εκτελούν όποιον κρύβει Αρμένιους, ένας θηριώδης χωροφύλακας βρίσκεται συνεχώς στα ίχνη της δεκαπεντάχρονης Αρμενοπούλας κι ένας Ρωμιός καταδότης τού παρέχει πληροφορίες.
Ο Γαληνός θα επωμιστεί όσα του επιφυλάσσει η μοίρα και όσα επιφέρουν οι επιλογές του μέσα από συνεχείς ανατροπές και απρόβλεπτες καταστάσεις, όπου μεταξύ άλλων εμπλέκονται Ρώσοι και Τούρκοι κατάσκοποι. Συγχρόνως θα παρασυρθεί στη δίνη των μεγάλων ιστορικών γεγονότων από το 1915 και εντεύθεν, όπως και οι λοιποί συμπρωταγωνιστές. Ωστόσο, σε μικρότερα ή μεγαλύτερα διαστήματα η ζωή κυλά στους ομαλούς ρυθμούς της καθημερινότητας, επιτρέποντας στον έρωτα να ανθίσει και να διαφεντέψει με τον δικό του τρόπο τον μικρόκοσμο των ηρώων του βιβλίου.
Στο υπόστρωμα αλλά και στο προσκήνιο της μυθοπλασίας ιχνογραφούνται συνήθειες, συμπεριφορές, νοοτροπίες, ήθη, έθιμα, φυλές και θρησκείες. Εξιστορούνται οι σφαγές των Αρμενίων, η διετής κατάκτηση της Τραπεζούντας από τους Ρώσους, το αντάρτικο κίνημα, οι προσπάθειες για τη δημιουργία ελληνικής Δημοκρατίας στον Πόντο και οι κατατρεγμοί των Ποντίων. Ξεδιπλώνονται σελίδα προς σελίδα ο φόβος, η μισαλλοδοξία, ο εθνικισμός, η τρομοκρατία και πλήθος από τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Νεότουρκοι και στη συνέχεια οι Κεμαλιστές. Αναπαριστάται η καθημερινή ζωή στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, όπου κατέφυγε σημαντικό μέρος των προσφύγων του Πόντου, ενώ εντάσσονται στη μυθιστορία οι διώξεις επί Στάλιν, τα στρατόπεδα εργασίας στη Σιβηρία, οι στέπες του Καζακστάν, με τους αφόρητους καύσωνες το καλοκαίρι και το σφοδρό ψύχος τον χειμώνα, και πολλά άλλα.
Κάθε κεφάλαιο αρχίζει με ένα απόφθεγμα του μυστηριώδους αφηγητή, το οποίο συμπυκνώνει το νόημα όσων πρόκειται να ακολουθήσουν, καθώς και τη στοχαστική πτυχή του μυθιστορήματος και των μηνυμάτων που εμπεριέχει.
Το «σέρρα», εκτός από την αναγνωστική ευφορία που προσφέρει, έρχεται και να αναδείξει την άγνωστη στους πολλούς ιστορία του Πόντου, ενσωματωμένη αριστοτεχνικά και με λογοτεχνική φειδώ στην περιπετειώδη ζωή των ηρώων. Να αγγίξει μέσα από μια συναρπαστική μυθοπλασία την ψυχή και τον λογισμό των αναγνωστών, να μεταδώσει γνώσεις και να μιλήσει με παραστατικό τρόπο για τη γενοκτονία των Ποντίων. Έρχεται σε μια εποχή κατά την οποία οι Έλληνες έχουμε ανάγκη από ένα σημείο αναφοράς, ένα φωτεινό παράδειγμα-πρότυπο. Ένα τέτοιο παράδειγμα και ιστορικό σηματωρό αποτελεί ο Ελληνισμός του Πόντου, ο οποίος κατόρθωσε να σηκώσει το κεφάλι ύστερα από τα αλλεπάλληλα δεινά που τον χτύπησαν.

~~~~~~~~~~~

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ γεννήθηκε στο χωριό Μελάτες της Άρτας το 1960. Έχει γράψει ποιητικές συλλογές, στίχους σε 70 τραγούδια, διηγήματα και μυθιστορήματα. Με την ποιητική συλλογή Έρωτας νυν και αεί ήταν υποψήφιος στη βραχεία λίστα για το Κρατικό Βραβείο Ποίησης 2008, ενώ το 2009 τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (Ε.ΚΕ.ΒΙ.) για το μυθιστόρημά του ΙΜΑΡΕΤ. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά του Ο,ΤΙ ΑΓΑΠΩ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΣΟΥ, ΣΑΟΣ. ΠΑΝΤΟΜΙΜΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ, ΙΜΑΡΕΤ: ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΡΟΛΟΓΙΟΥ, ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ, ΣΕΡΡΑ. Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ καθώς και τα νεανικά μυθιστορήματα ΙΜΑΡΕΤ 1 – ΟΙ ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ ΚΑΙ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΙΣΜΑΗΛ και ΙΜΑΡΕΤ 2 - ΦΑΡΣΕΣ, ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΟΝΕΙΡΑ.

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Κυκλοφόρησε το νέο μυθιστόρημα "ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ. Η ΓΗΤΕΥΤΡΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ" της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ, από τις εκδόσεις Ψυχογιός

ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ. Η ΓΗΤΕΥΤΡΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
της ΔΗΜΗΤΡΑΣ  ΙΩΑΝΝΟΥ
Λογοτεχνία-  Κοινωνικό, Αισθηματικό
Σειρά : Ελληνική λογοτεχνία
Σελίδες : 464, εκδόσεις Ψυχογιός

Ποια είναι η μυστηριώδης Αγγελική και γιατί το όνομά της ταράζει τη ζωή της διάσημης Βαλεντίνας, της μεγαλύτερης Ελληνίδας ηθοποιού στην Ωραία Εποχή των Αθηνών; 
Η συγκινητική ιστορία μιας μικρής υπηρέτριας που πάλεψε με νύχια και με δόντια για να επιβιώσει κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Κακοποιημένη, διωγμένη από την οικογένειά της και κατηγορούμενη για ένα έγκλημα που δεν έκανε, το σκάει μεταμφιεσμένη στην πρωτεύουσα. Διανύοντας με πείσμα την απόσταση από τα κακοτράχαλα μονοπάτια της ελληνικής υπαίθρου ως τα κομψά αθηναϊκά σαλόνια της υψηλής κοινωνίας και από τα κακόφημα καφέ σαντάν του Ιλισού ως τα μεγαλύτερα θέατρα της Μπελ Επόκ, καταφέρνει να ξεδιπλώσει το πηγαίο ταλέντο της και να βγει νικήτρια.
Γοητευτικές φιγούρες στο πολυκύμαντο ταξίδι της, η πονόψυχη Αιμιλία, ο λουστράκος Λουκίλης, η καλοαναθρεμμένη Βιργινία, ο κούτσαβος Τσατσαρώνης, η έμπιστη Μπέτυ, ο ιδιόρρυθμος ποιητής Ιάκωβος και πάνω από όλους ο άρχοντας Σέργιος Σγουρός που θα της διδάξει την αγάπη. Μια αγάπη τόσο δυνατή, που θα αλλάξει τη ζωή της για πάντα!
Η Βαλεντίνα επιστρέφει έπειτα από χρόνια στη γη των προγόνων της. Μια μεγάλη ανατροπή συγκλονίζει το είναι της, ενώ ζοφερές σκιές παραμονεύουν ύπουλα μέσα στο σκοτάδι, ζητώντας εκδίκηση…
Ένα μαγευτικό οδοιπορικό στην Μπελ Επόκ, την πιο γοητευτική εποχή των Αθηνών, γεμάτο ονειρικές εικόνες και καταιγιστικά συναισθήματα.

~~~~~~~~~~~~~

Η ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝΝΟΥ σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ασχολείται επαγγελματικά με τη Σωματική Ψυχοθεραπεία και τη Βιοανάδραση. Η μελέτη των ανθρώπινων σχέσεων, συμπεριφορών και διαδράσεων ανέκαθεν τη γοήτευε, ενώ το γράψιμο είναι το μεγάλο της πάθος. Η αγάπη της για την Ελλάδα είναι ριζωμένη βαθιά, γι’ αυτό και ερευνά επίμονα τη λαογραφία και τα μυστικά κάθε γωνιάς της. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά της ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ – ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΜΑΓΙΣΣΑΣ,ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΑΝΝΕΤΑΣ και ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ. Η ΓΗΤΕΥΤΡΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

«Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες οδεύουν προς ένα μοντέλο Καιάδα»

giannakaki.jpg

Η Ελένη Γιαννακάκη ζει από το 1981 εκτός Ελλάδας 
αλλά καταφέρνει πάντα να συλλαμβάνει ό,τι κρύβεται κάτω από το ελληνικό χαλί

της
Μικέλας Χαρτουλάρη *

Συγγραφέας ανήσυχη που με τα «σκεπτόμενα» μυθιστορήματά της διερευνά τις σκοτεινές πτυχές των διαπροσωπικών σχέσεων, η Ελένη Γιαννακάκη ζει από το 1981 εκτός Ελλάδας αλλά καταφέρνει πάντα να συλλαμβάνει ό,τι κρύβεται κάτω από το ελληνικό χαλί.
Μετά τα: «Περί ορέξεως και άλλων δεινών» (2001), «Τα χερουβείμ της μοκέτας» (2006) και το «Σναφ» (2010) μιλά σήμερα για το πολύ σκληρό καινούργιο της βιβλίο «Σκούρο γκρι, σχεδόν μαύρο», και στις 31 Μαρτίου θα βρίσκεται στον Ιανό για να συζητήσει με το κοινό.
Πόσο δύσκολο είναι να ικανοποιηθεί το αίτημα ενός αδύναμου ανθρώπου να έχει τον έλεγχο του εαυτού του; Πόσο δύσκολο μας είναι να πάψουμε να τον μεταχειριζόμαστε σαν να μην υπάρχει; Πού αρχίζει ο εγωισμός μας και το εξουσιαστικό μας σύνδρομο στις διαπροσωπικές σχέσεις και πού σταματάει ο ανθρωπισμός μας;
Πώς λέμε ότι λυπόμαστε τον αδύναμο την ώρα που δικαιολογούμε την αδιαφορία μας για την τύχη του; Γιατί η κουλτούρα των δυτικών κοινωνιών ενισχύει τα νεο-δαρβινικά ένστικτά μας; Γιατί λειτουργούμε όπως λειτουργούμε στη δική μας κοινωνία;
Δεκάδες παρόμοια ερωτήματα ξυπνά το καινούργιο –τέταρτο– μυθιστόρημα της Ελένης Γιαννακάκη, που επιστρέφει στο ελληνικό προσκήνιο μετά από πέντε χρόνια απουσίας.
Μπαίνοντας στο κεφάλι μιας ανήμπορης γυναίκας σε ένα γηροκομείο, η Ρεθεμνιώτισσα συγγραφέας που δίδασκε Νεοελληνική Λογοτεχνία στην Οξφόρδη (1997-2011) και κατοικεί σήμερα στη Νιγηρία, καταφέρνει με το Σκούρο γκρι, σχεδόν μαύρο (Πατάκης), να μετατρέψει το υπαρξιακό δράμα των ηλικιωμένων ανθρώπων σε αφορμή για έναν ευρύτερο αναστοχασμό σχετικά με τις προτεραιότητες και το μέλλον των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Από τις πρώτες σελίδες, το στομάχι του αναγνώστη γίνεται κόμπος, καθώς ακούει τον εσωτερικό μονόλογο και τον καθόλου εύπεπτο απολογισμό ζωής αυτής της γυναίκας την οποία νοσηλευτές και συγγενείς αντιμετωπίζουν σαν έπιπλο. Κι όμως αυτή η συνθήκη λειτουργεί σαν ηλεκτρική εκκένωση για τον αναγνώστη, που από το μικροσκόπιο βλέπει τη μεγάλη εικόνα της δικής μας ζωής σαν θρίλερ.
Με έναν λόγο συνειρμικό, με έναν ρυθμό λαχανιαστό, σε έναν τόνο άλλοτε κυνικό, άλλοτε απελπισμένο, οργισμένο ή κριτικό, με εικόνες παραισθητικές ή νατουραλιστικές, η Γιαννακάκη οδηγεί τον αναγνώστη να σκεφτεί τη μαύρη σκιά των γκρι αποχρώσεων στις «ανεπτυγμένες» κοινωνίες. Εκεί όπου ο κοινωνικός αποκλεισμός γίνεται κανόνας, η αγάπη παραμερίζεται, οι φωνές των αδύναμων βοούν στην έρημο και οι άνθρωποι χάνουν την ανθρώπινη υπόστασή τους.
• Την ώρα που πολλοί συγγραφείς στρέφουν το ενδιαφέρον τους στη νεολαία προκειμένου να ακτινογραφήσουν την παθογένεια των σύγχρονων κοινωνιών, εσύ έδωσες φωνή στα γερατειά, μπαίνοντας στο πετσί μιας εβδομηντάχρονης με πάρκινσον και άνοια. Γιατί το έκανες; Τι καινούργιο έμαθες;
Θα απαντήσω με μερικές ερωτήσεις, αφού δεν προσπαθώ να δώσω απαντήσεις με τα μυθιστορήματά μου, ερωτήματα θέτω. Ρωτάω λοιπόν: Γιατί δεν μπορούμε να δούμε τους γέρους όπως βλέπουμε τα παιδιά που είναι εξίσου ευάλωτα; Φταίει άραγε το ότι γνωρίζουμε διάφορες ενοχλητικές αλήθειες γι’ αυτούς;
Φταίει το ότι μας ζητούν πράγματα που μας κάνουν να τσινίζουμε; Ή μήπως δεν τους αντέχει η αισθητική μας, επειδή είναι ζαρωμένοι και παραμορφωμένοι, επειδή δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν και συχνά μυρίζουν άσχημα λόγω απλυσιάς;
Εχω βιώσει τι σημαίνει να γηροκομείς ηλικιωμένους ανθρώπους, να παρέχεις φροντίδα που με τη σειρά της δημιουργεί απαιτήσεις. Και έχω δει πώς μπορεί εύκολα ακόμη και να αντιστραφεί αυτή η σχέση εξάρτησης. Θέλησα λοιπόν να εξερευνήσω τις σκοτεινές, τις ανομολόγητες, πτυχές στη σχέση μας με την τρίτη ηλικία, διότι δυστυχώς κι εδώ υποβόσκει ένα εξουσιαστικό πάρε-δώσε.
Οπως και στη σχέση μάνας - παιδιού και κυρίως μάνας - κόρης. Θα έλεγα πως πάντα με απασχολεί ως συγγραφέα η σκοτεινή κι αθέατη πλευρά των διαπροσωπικών σχέσεων. Ωστόσο αυτή τη φορά έχω αρχίσει να νιώθω επιπλέον και εκείνο που τραγουδούσε κάποτε η Τάνια Τσανακλίδου : «Μαμά, γερνάω, μαμά».
• Η αφηγήτρια και πρωταγωνίστριά σου είναι ανήμπορη απέναντι στην αδιαφορία που δείχνουν οι υπάλληλοι του γηροκομείου για την τσακισμένη αξιοπρέπειά της. Θυμώνει αλλά παραιτείται. Ωστόσο όταν προσπαθεί μέσα της να τακτοποιήσει τους ανοιχτούς λογαριασμούς της ζωής της, αποκαλύπτει έναν αποφασισμένο χαρακτήρα που στα νιάτα του μπορούσε να επιβάλει το δικό του στους εκάστοτε ισχυρούς. Αυτό λοιπόν που υπογραμμίζεις είναι ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο στις σχέσεις εξουσίας. Γιατί;
Εχει σχέση με το ποιος έχει το πάνω χέρι στην κάθε περίσταση. Οταν ξέρουμε ότι κάποιος εξαρτάται από εμάς, μπορεί και να θελήσουμε να του δώσουμε μια κλοτσιά για να πάει ακόμη πιο κάτω, να τον κάνουμε να νιώσει στο πετσί του τη δύναμή μας. Το πώς θα φερθούμε στον αδύναμο εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και όχι μόνο από τους νόμους ή τους κανόνες που ορίζουν το πλαίσιο των ατομικών, επαγγελματικών, σεξουαλικών κ.ά. σχέσεων.
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ούτε τα βαθύτερα ένστικτα που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα των ανθρώπων. Γιατί λ.χ. υπάρχει η παιδεραστία; Γιατί υπάρχει ο σαδομαζοχισμός;
Γιατί συμβαίνει το θύμα απαγωγής να ερωτευτεί τον δήμιό του; Γιατί οι άνθρωποι λειτουργούν σε μια κοινωνία, όπως λειτουργούν; Από το 2001, αυτό προσπαθώ να εξετάσω στα μυθιστορήματά μου, όχι όμως με τον τρόπο των κοινωνιολόγων που μελετούν δεδομένα. Ενα σημαντικό ζήτημα για εμένα είναι το πώς εκφράζεται και πώς προσλαμβάνεται η εξουσία στις ανθρώπινες σχέσεις. Και κατά πόσο η παιδεία μας, η κουλτούρα της κοινωνίας που ζούμε, μας έχει βοηθήσει να αποβάλουμε τα ζωώδη ένστικτα που μας ακολουθούν εξελικτικά, ή αντίθετα για κάποιους λόγους συχνά αυτή μας τα ενισχύει.
• Σε όλες τις σχέσεις εξουσίας, μου έλεγες, υπάρχουν κάποια όρια μετά από τα οποία το ηθικό γίνεται μη ηθικό. Ομως τόσο στα Χερουβείμ της μοκέτας όσο και στο Σναφ τα πρόσωπα που βρίσκονται σε θέση ισχύος φτάνουν στον φόνο και τον δικαιολογούν μέσα τους με διάφορα επιχειρήματα. Και απ’ την πλευρά της, η ηλικιωμένη πρωταγωνίστρια στο Σκούρο γκρι, σχεδόν μαύρο, ακόμα και την ύστατη ώρα της, αποφεύγει να παραδεχτεί πως εν γνώσει της συμπεριφερόταν άσχημα στη μητέρα της. Αρα; Μήπως ο αδύναμος γίνεται όλο και πιο αδύναμος, και μη ηθικό γίνεται όλο και πιο σχετικό στη σημερινή κοινωνία μας;
Ετσι είναι. Κάθε κοινωνία, κουλτούρα, θρησκεία κ.ο.κ. βάζει κανόνες, αλλά στην εφαρμογή τους το ζήτημα γίνεται υποκειμενικό καθώς ο καθένας προσπαθεί να χωρέσει τις γενικές ηθικές επιταγές στο δικό του καλούπι.
Τα όρια της ηθικής είναι λοιπόν απολύτως πορώδη. Γι’ αυτό με απασχολούν οι δικαιολογίες που δίνουμε στους εαυτούς μας προκειμένου να νομιμοποιούμε ορισμένες πράξεις μας και να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια. Η πρωταγωνίστρια στα Χερουβείμ, λ.χ., στην ουσία δολοφονεί τον εραστή της και δάσκαλο της κόρης της με το ελαφρυντικό για την ίδια ότι ήταν αλκοολικός και κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί και κατά τύχη.
Στο καινούργιο μυθιστόρημά μου είναι λοιπόν πιθανό ο αναγνώστης να νιώσει ότι σε κάποια θέματα το δίκιο μοιράζεται εξ ίσου ανάμεσα στους ηλικιωμένους και στα παιδιά τους. Το τι γίνεται από εκεί και πέρα, εξαρτάται από το πρίσμα μέσα από το οποίο βλέπει την πραγματικότητα το καθένα από αυτά τα δύο μέρη.
»Τώρα σε σχέση με την ερώτησή σου αν αυτές οι τάσεις ενισχύονται στη σημερινή κοινωνία, θα έλεγα πως ναι, και ένας λόγος είναι ότι η θρησκεία που παλιά έπαιζε τον μπαμπούλα στις ανθρώπινες συνειδήσεις έχει χάσει την ισχύ της. Και δεν εννοώ φυσικά πως θα πρέπει να επανέλθουμε σε θρησκειοκεντρικά και σκοταδιστικά καθεστώτα για να επαναπροσδιοριστούν τα όρια της ηθικής, αλλά ότι οι κοινωνίες από μόνες τους θα πρέπει να βρουν τους κατάλληλους μηχανισμούς ώστε να καλύψουν το κενό που άφησε η όποια θρησκεία.
• Το Σναφ βασίστηκε σε κάποια πραγματικά περιστατικά, όπως είχες πει κάποτε, ενώ μου εξομολογήθηκες ότι η μητέρα σου έπασχε από τη νόσο του Πάρκινσον και η πεθερά σου από Αλτσχάιμερ. Ποια είναι λοιπόν η αφετηρία σου όταν γράφεις; Τα γεγονότα ή οι άνθρωποι;
Οι ιδέες! Ξεκινώ τελείως ανάποδα, δηλαδή όχι από την περιπέτεια αλλά από μια ιδέα την οποία στη συνέχεια επενδύω με χαρακτήρες. Τα θέματα που με ενδιαφέρουν αφορούν τις κοινωνίες μας και την ύπαρξή μας εντός τους, και θέλω να τους δώσω φωνή και πρόσωπο.
Μου αρέσει μάλιστα συνήθως να κάνω και μια προβολή στο μέλλον, οπότε προσπαθώ να σκεφτώ και το πού μπορούν να μας οδηγήσουν αυτά που πραγματεύομαι κάθε φορά. Ηδη σκέφτομαι το επόμενο μυθιστόρημά μου να διαδραματίζεται εξ ολοκλήρου στο μέλλον. Απ’ την άλλη θα ήθελα και πάλι να τονίσω ότι δεν κάνω αυτοβιογραφία: Μπορεί κάποιες απ’ αυτές τις ιδέες να ξεκινούν από προσωπικά βιώματα, αλλά το προσωπικό σταματάει εκεί και δίνει τον λόγο στη φαντασία.
• Πού πιστεύεις πως θα μας οδηγήσει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τους ηλικιωμένους που έχουν την ανάγκη μας;
Σε έναν Καιάδα. Δυστυχώς. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να το αποφύγουμε ειδικά τώρα που οι δυτικές κοινωνίες αντιμετωπίζουν ένα τόσο μεγάλο δημογραφικό πρόβλημα υπογεννητικότητας.
Αν προσθέσουμε επίσης το δεδομένο ότι αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής, το μέλλον διαγράφεται ακόμη σκοτεινότερο αφού το βάρος θα πέφτει όλο και περισσότερο στους νέους που θα δουλεύουν για να συντηρούν, μέσω των φόρων που θα πληρώνουν στο κράτος, τους γέρους, κι αυτό εφόσον με κάποιον τρόπο επιβιώσει το κοινωνικό κράτος. Δεν μιλάμε πια για φροντίδα μέσα στην οικογένεια.
Στις ΗΠΑ, είναι γνωστό πως όταν δεν δουλεύεις ή αν δεν έχεις δουλειά της προκοπής, δεν έχεις περίθαλψη και κανενός είδους ασφάλιση. Φοβάμαι πως και οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, της Ελλάδας μη εξαιρουμένης, οδεύουν σταδιακά προς ένα ανάλογο μοντέλο, για οικονομικούς λόγους που στη βάση τους είναι πολιτικοί.

Ενα σπουργιτάκι μπορεί να σε κάνει πιο άνθρωπο

Εχει μια εξαιρετική σκηνή η Ελένη Γιαννακάκη στο Σκούρο γκρι σχεδόν μαύρο, όπου η ηλικιωμένη πρωταγωνίστρια αναθυμάται ένα μωρό σπουργιτάκι που έπεσε κάποτε στο αυλιδάκι της, εξαντλημένο, με τα μάτια κλειστά, με τα φτεράκια κολλημένα, και την ξαλάφρωσε από «μια βρομιά που πίεζε να βγει», από κάτι που «ήτανε βαθιά ταμπουρωμένο» στο κεφάλι της για χρόνια.
Το πουλί «σα να μ’ είχε κάνει πιο άνθρωπο». Είχε προσπαθήσει με κάθε τρόπο να το φροντίσει, να το ζωντανέψει, είχε φτάσει να το πάει στον κτηνίατρο επειδή αρνιόταν να φάει, και για πολύ καιρό έπειτα, έκλαιγε που το σκεφτόταν. Και τώρα, στο κατώφλι του δικού της θανάτου αναρωτιέται γιατί άφησε τη μάνα της να πεθάνει χωρίς να της δείξει καθαρά πως την αγαπούσε, ενώ το πουλί, «ένα άκακο δηλαδή, κι αβοήθητο κι ασήμαντο πλάσμα του Θεού μ΄ είχε κάνει καλύτερη εμένα, που δεν είχα νιώσει έτσι ίσως ποτέ μου, ακόμη και για παιδάκι…»
Αυτό το μυθιστόρημα είναι πολύ σημαντικότερο από τη σκληρή ιστορία της γριάς γυναίκας την οποία αφηγείται. Είναι μια ιστορία αποστεγνωμένων αισθημάτων· η ιστορία μιας χαμένης γλώσσας που στήριζε τους ανθρώπους· η ιστορία μιας κοινωνικής και πολιτισμικής κρίσης, που δεν αναφέρει τη λέξη «κρίση», ή και η δυστοπική προβολή του νεοφιλελεύθερου θριάμβου.
«Στις κοινωνίες της Ανατολής, οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονται με σεβασμό», σχολιάζει η συγγραφέας στην «Εφ.Συν.». «Η θέση της γυναίκας είναι ανατριχιαστική στην Ινδία, όταν όμως γίνει μητέρα και γιαγιά, μετά το συμβολικό τέλος της σεξουαλικότητας δηλαδή, υποκλίνονται όλοι μπροστά της.
Κάτι αντίστοιχο συνέβαινε παλιότερα στην Ελλάδα, όμως όχι πια. Η Δύση είναι εμποτισμένη, σχεδόν ψυχαναγκαστικά εξαρτημένη, απ’ την φαντασίωση της νεότητας, κι αυτό ενισχύεται από τα ΜΜΕ που καταξιώνουν και προωθούν ως αιώνιο πρότυπο ό,τι συνδέεται με τα νιάτα, ενώ αντίθετα οι γέροι απουσιάζουν πάντα από τη μεγάλη εικόνα».
• Πώς όμως κυριάρχησε και εδραιώθηκε αυτή η απαξίωση της τρίτης ηλικίας;
«Οι λόγοι θα έλεγα πως είναι κατά βάση οικονομικοί αφού στις καπιταλιστικές δυτικές κοινωνίες οι κατ’ εξοχήν καταναλωτές είναι οι νέοι και σ’ αυτούς απευθύνεται η αγορά», λέει η Γιαννακάκη, «άρα είναι πολύ πιο σημαντικοί για το τρέχον οικονομικό σύστημα απ’ ό,τι οι γέροι, οι οποίοι όχι μόνο δεν καταναλώνουν αλλά και κοστίζουν στο κράτος μέσω συντάξεων και νοσηλείων, όπου δηλαδή υπάρχει ακόμη κάποιο κράτος πρόνοιας.
Σήμερα που το κράτος ευημερίας συρρικνώνεται στη Δύση, οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονται ως βάρος επειδή δημιουργούν κενό στα κρατικά έσοδα, οπότε για παράδειγμα μπορεί να μην έχουν καν δικαίωμα περίθαλψης εάν δεν βάλουν το χέρι στην τσέπη.
Το γεγονός ότι στη νεοφιλελεύθερη Αγγλία βλέπει κανείς πρωτοβουλίες, όπως το λεγόμενο «Mealonthewheel», με εθελοντές να μοιράζουν καθημερινά ζεστό φαγητό σε ανήμπορους γέρους που ζουν μόνοι τους, είναι μια εξαίρεση. Ο κανόνας είναι ότι θριαμβεύει ο ατομισμός, που ήταν ανέκαθεν χαρακτηριστικό των δυτικών κοινωνιών, αλλά όχι και της δικής μας κάποτε.
»Οφείλω βέβαια να ομολογήσω ότι πρόσφατα η ελληνική κοινωνία έχει δραστηριοποιηθεί εντυπωσιακά σε θέματα αλληλεγγύης, απαντώντας στην οικονομική κρίση αλλά και στο προσφυγικό πρόβλημα. Το θέμα όμως είναι να μας μείνει κάτι απ’ όλο αυτό, όταν πια η κρίση θα αποτελεί παρελθόν και οι πρόσφυγες θα έχουν πάει στα σπίτια τους ή κάπου αλλού εκτός Ελλάδας.»

Μακεδονικό, εθνικισμός, ρατσισμός

Πριν από μια εικοσαετία, με συνεργάτη τον νεοελληνιστή καθηγητή στην Οξφόρδη Πίτερ Μάκριτζ, η Ελένη Γιαννακάκη βούτηξε στα βαθιά του «Μακεδονικού», κάνοντας μια έρευνα για τις εθνοτικές ταυτότητες.
Οταν λοιπόν ανατρέχει στα συμπεράσματα εκείνης της έρευνας του 1994-1996, επισημαίνει πόσο πολλές και ρευστές ήταν οι ταυτότητες στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, και πόσο επιμελώς κάτι τέτοιο γινόταν αντικείμενο αποσιώπησης.
«Τότε μιλούσαμε για “πολιτισμικές” και όχι για “εθνοτικές” ταυτότητες προκειμένου να μη μας κράξουν στην Ελλάδα. Ητανε την ίδια εποχή που μια άλλη ερευνήτρια σε πανεπιστήμιο των ΗΠΑ είχε δεχτεί ακόμη και απειλές κατά της ζωής της γιατί τόλμησε να δημοσιοποιήσει τα συμπεράσματά της.
»Ακόμα θυμάμαι πόσο έντονος ήταν ο ελληνικός εθνικισμός για πολλές δεκαετίες. Μάλιστα ένα χτυπητό παράδειγμα ήταν η ιστορία με τους Πομάκους, στους οποίους στην ουσία καλλιεργήθηκε η τουρκική ταυτότητα από τον φόβο των Βουλγάρων στη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου».
Για όλα αυτά, όπως είπε στην «Εφ.Συν.», δεν την εκπλήσσει το φαινόμενο Χρυσή Αυγή. «Διότι οι Ελληνες είμαστε κατά βάση ρατσιστές και εξακολουθούμε να θεωρούμε πως ανήκουμε σε μια ανώτερη φυλή με ένδοξους προγόνους κι ότι η υπόλοιπη ανθρωπότητα θα πρέπει να μας χρωστάει αιωνίως μεγάλη χάρη γι’ αυτό. Είμαστε φιλόξενοι, αλλά μέχρι ενός σημείου, είμαστε μεγαλόκαρδοι αλλά, εντάξει μη θεωρήσεις πως είσαι και ίσος μας.
»Βοηθάμε, αλλά το κάνουμε πιο πολύ για μας, για τη δική μας αυτοεικόνα, και ίσως και για την εικόνα μας στους άλλους, κι όχι γιατί πιστεύουμε ότι ο άλλος απέναντί μας, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός, που έχει πέσει στην ανάγκη μας, έχει τα ίδια δικαιώματα με εμάς ως άνθρωπος και ως πολίτης.
»Υπήρχαν με άλλα λόγια οι ρίζες για όσα βλέπουμε στις μέρες μας -ακόμη και όσον αφορά τους ηλικιωμένους- αλλά φυσικά πάντα μια κρίση εξωθεί τα πράγματα στα άκρα. Ή απλώς αποκαλύπτει πτυχές που έμεναν μέχρι τώρα στο ημίφως».
______________
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ετερότητα και ταυτότητα: ένα ανοιχτό στοίχημα

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Critical Times, Critical Thoughts. Συλλογή δεκαπέντε παρεμβάσεων με εκλεκτές υπογραφές Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων συγγραφέων, κυκλοφόρησε στην Αγγλία

  Ο ΛΟΓΟΣ  ΣΤΟΥΣ  ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ  

Αγγλική έκδοση-κλειδί για την Ελλάδα

galanaki


Η Ελένη Γιαννακάκη
Critical Times, Critical Thoughts. Αυτή η συλλογή δεκαπέντε παρεμβάσεων με εκλεκτές υπογραφές Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων συγγραφέων, κριτικών και νεοελληνιστών, η οποία μόλις κυκλοφόρησε στην Αγγλία, θα μπορέσει ίσως να ανατρέψει τη στερεοτυπική-δογματική εικόνα που έχει διαμορφωθεί για την ελληνική υπόθεση στη διεθνή συνείδηση, από τότε που ξεκίνησε (στις ΗΠΑ) η οικονομική κρίση.


Πρωτοβουλία δύο Ελληνίδων της διασποράς –της συγγραφέως Ελένης Γιαννακάκη και της ιστορικού Νατάσας Λαιμού– αυτό το βιβλίο είναι η πρώτη συστηματική επισκόπηση εκείνης της ελληνόφωνης λογοτεχνίας που καθρεφτίζει, εμβαθύνει, ερμηνεύει και αναστοχάζεται τις εκδοχές, τις επιπτώσεις, τις επιδράσεις αλλά και τα αίτια της πολύμορφης κρίσης στην Ελλάδα και στην Κύπρο (εκεί από το 1955), αποτυπώνοντας και τους αντίστοιχους μετασχηματισμούς της ελληνικής κοινωνίας, ειδικότερα κατά την εξαετία 2009-2014.

Τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα που σταχυολογούνται εδώ από τους δεκαπέντε συνεργάτες του τόμου, λειτουργούν ως παλμογράφοι αυτών των κρίσιμων καιρών και, παρότι καλύπτουν ένα ελάχιστο ποσοστό της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής, έχουν μια αναμφισβήτητη δυναμική.
Γίνονται το κλειδί που μπορεί να ανοίξει τον δρόμο όχι για την άκριτη αποδοχή αλλά για την κατανόηση του ελληνικού παραδείγματος, με τους κρίσιμους προβληματισμούς που αυτό γεννά, και με τις συχνά αντιφατικές, θλιβερές, ειρωνικές ή πολύ σκοτεινές πλευρές του.
Το βιβλίο (στο οποίο κλήθηκα κι εγώ να συμμετάσχω) ανοίγει εστιάζοντας στη λογοτεχνική αναπαράσταση του Αλλου και στη διεύρυνση των ορίων της ετερότητας στη σημερινή Ελλάδα, μέσα από την οποία φωτίζονται ειδικότερα η πολιτισμική, η ανθρωπιστική, η υπαρξιακή, η αξιακή και η ιδεολογική διάσταση της κρίσης (Γράφουν οι: Αντζελα Δημητρακάκη, Θεόδωρος Γρηγοριάδης, Τηλέμαχος Κώτσιας, Μικέλα Χαρτουλάρη).
Στη συνέχεια εστιάζει στο ιστορικό μυθιστόρημα που στρέφεται στο παρελθόν με μια σύγχρονη ιδεολογική προοπτική (Ρέα Γαλανάκη, Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Μάρω Δούκα, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου), καθώς και στην αστυνομική λογοτεχνία που κοιτάζει κάτω από το χαλί της καθημερινότητας (Φίλιππος Φιλίππου, Μαρλένα Πολιτοπούλου, Βασίλης Δανέλλης, Γιώργος Περαντωνάκης), ως δύο προνομιακές γωνίες προσέγγισης της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής κρίσης.
Τέλος, στέκεται στην ελληνοκυπριακή πεζογραφία (Πάνος Ιωαννίδης, Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, Μιλτιάδης Χατζόπουλος) που ως «Αλλη» (και γλωσσικά), δεν έχει βρει ακόμα στην Ελλάδα τη θέση που της αξίζει.
Ετσι, μέσα από τα δοκίμια αυτής της αγγλικής έκδοσης (που μεταφράστηκαν υποδειγματικά από τη Liadain Sherrard) ξεπροβάλλει μια πρώτη, άτυπη, «βιβλιοθήκη της κρίσης», η οποία εξερευνά την ελληνική συνθήκη με τρόπο πολύ πιο οξυδερκή, ερεθιστικό, και ουσιαστικά πολιτικό, από τις δημοσιογραφικές αναλύσεις (ή συσκοτίσεις) και τις τεχνοκρατικές εκθέσεις οικονομολόγων και πολιτικών στελεχών που κατακλύζουν τα διεθνή (και τα ελληνικά) ΜΜΕ. Είναι μια «βιβλιοθήκη» που ενδιαφέρει τον ξένο όσο και τον Ελληνα αναγνώστη για έναν ακόμα λόγο: επειδή εξετάζει με καινούργιους όρους τον ρόλο του συγγραφέα σε χαλεπούς καιρούς.
Η Νατάσα Λαιμού | 
Εχει, λοιπόν, ιδιαίτερη σημασία το ότι τα συγκεκριμένα κείμενα γράφτηκαν στη διάρκεια του 2014 κατά παραγγελία των επιμελητριών του τόμου και, είτε ως βιωματικές αφηγήσεις είτε ως θεωρητικές προσεγγίσεις, άλλες πιο μαχητικές και κριτικές, άλλες πιο στοχαστικές ή αναλυτικές, συλλαμβάνουν το στίγμα της κρίση-μης επικαιρότητας αλλά και την υπερβαίνουν.
Διότι την εξετάζουν μέσα στα συμφραζόμενα της 40ετίας που ξεκίνησε με τη Μεταπολίτευση.

Διαλύουν παρεξηγήσεις

Οι ρίζες αυτής της έκδοσης ανιχνεύονται το 2011, στους κύκλους των συζητήσεων για την ελληνική και την ελληνοκυπριακή λογοτεχνία, που οργάνωσε στο Ελληνικό Κέντρο του Λονδίνου η Ν. Λαιμού με την Ε. Γιαννακάκη. Τότε είχαν συμμετάσχει αρκετοί συνεργάτες του τόμου όπως και η πολυτάλαντη Κύπρια Νίκη Μαραγκού, συγγραφέας-γέφυρα για την ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή κοινότητα, που πέθανε πρόωρα το 2013. Το Critical Times, Critical Thoughts είναι αφιερωμένο στη μνήμη της.
Η Ελένη Γιαννακάκη και η Νατάσα Λαιμού συνυπογράφουν και τη διαφωτιστική Εισαγωγή του, ένα δοκίμιο σημαντικό-βάση για τα υπόλοιπα. Εδώ διαλύουν πολλές παρεξηγήσεις σχετικά με τις πολιτισμικές σχέσεις Ελλάδας-Ευρώπης, διευκρινίζουν εξαρχής ότι η κρίση «δεν εκφράζει μια αποκλειστικά ελληνική παθογένεια», και παρουσιάζουν με καίριο και περιεκτικό τρόπο τα γενικά χαρακτηριστικά της ελληνικής λογοτεχνίας μετά το 1974.

Η κρίση και η συνακόλουθη ύφεση», γράφουν, «δεν άλλαξαν μονάχα τα αισθήματα των Ελλήνων απέναντι στην Ευρώπη ή τον τρόπο ζωής τους, αλλά επηρέασαν και τη θεματολογία και την ιδεολογία της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.

Συγγραφέας σημαντικών μυθιστορημάτων όπως το Σναφ (Εστία), η Γιαννακάκη έχει διδάξει Νεοελληνική Λογοτεχνία στην Οξφόρδη (1997-2011) και έχει συνυπογράψει με τον Πίτερ Μάκριτζ δοκίμια για τη σύγχρονη πεζογραφία στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης, και στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης.
Απ’ την πλευρά της, η Λαιμού, υποψήφια διδάκτορας της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην ιστορία των Βλάχων κατά την Οθωμανική περίοδο, και τώρα διερευνά την ελληνική και την τουρκική λογοτεχνία που αντλούν την έμπνευσή τους από τον πόλεμο του 1919-1922, ενώ έχει συμμετάσχει και στον συλλογικό τόμο When Greek Meets Turk (Ashgate 2013).
Οι δυό τους, στο Critical Times, Critical Thoughts, θέτουν και το ζήτημα της ποιότητας της λογοτεχνίας της κρίσης. Και επισημαίνουν τις επιφυλάξεις ορισμένων κριτικών (π.χ. Χατζηβασιλείου) που υποστηρίζουν όπως και κάποιοι συγγραφείς (π.χ. Γιατρομανωλάκης, Κώτσιας, Πολιτοπούλου) ότι αυτά τα έργα εκφράζουν περισσότερο μια αντίδραση σε όσα συμβαίνουν παρά μια ώριμη αποτύπωσή τους. Ωστόσο, στον συγκεκριμένο τόμο κυριαρχεί ο αντίλογος: ότι σε τόσο κρίσιμους καιρούς το στοίχημα για έναν συγγραφέα είναι ακριβώς το να συνομιλεί μέσα από διαφορετικούς δρόμους-είδη-προσωπεία, με το παρόν της εποχής του.

Λογοτεχνία σε εγρήγορση

Εχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον –και γοητεία– οι αφηγήσεις όσων συγγραφέων (Γαλανάκη, Γρηγοριάδης, Δανέλλης, Δούκα, Φιλίππου, Ιωαννίδης, Χατζόπουλος) περιγράφουν στο Critical Times, Critical Thoughts πώς συνέλαβαν το κάθε μυθιστόρημά τους για να απαντήσουν σε διαφορετικά κρίσιμα ζητήματα κρίσιμων καιρών. Και από εκεί, προχωρούν σχολιάζοντας τις αλλαγές που έφερε η σημερινή κρίση στις αντιλήψεις και στις στάσεις ζωής.
Κοντά τους στέκεται και η μακαρίτισσα Νίκη Μαραγκού την οποία η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου παρουσιάζει ως παράδειγμα για τις «πρακτικές επιβίωσης» σε εποχές κρίσης. Ολες αυτές οι αλλαγές, λένε, καθιστούν επείγουσα την εγρήγορση της λογοτεχνίας ως παράγοντα διαμόρφωσης συνειδήσεων και ταυτοτήτων.
Οπως γράφει ο Γρηγοριάδης, «Ποτέ ξανά δεν έχει υπάρξει τόση αδιαλλαξία και φανατισμός, τόση ανεπάρκεια επιχειρημάτων και φασιστικοί μικρόκοσμοι ακόμη και ανάμεσα σε ομάδες διανοούμενων και αφυπνισμένων.
»Η κρίση, αντί να δημιουργήσει διάλογο έφερε καχυποψία και συντηρητισμό. Η αυτοσυντήρηση πάντα είναι εις βάρος εκείνου που “δεν είναι δικός μας”, που έρχεται “να μας πάρει το ψωμί”, που το χρώμα του δεν ταιριάζει με τη δική μας “ανώτερη καταγωγή”, που οι ερωτικές του επιλογές δεν ταιριάζουν με τις δικές μας».
Ισως γι’ αυτό, στη θέση μιας απαιτητικής λογοτεχνίας που εστίαζε μετά το 1990 στο να φανερώνει συσκοτισμένα τραύματα, προκαταλήψεις, ταμπού, ανοιχτούς λογαριασμούς, έχει αναδυθεί μετά το 2008 μια απαιτητική λογοτεχνία- φορέας ενός διαφορετικού παραδείγματος. Μια λογοτεχνία «της κρίσης» που αντιδρά, διαμαρτύρεται, ασκεί κριτική και προτείνει μια διαφορετική στάση απέναντι σε μια φοβική κοινωνία η οποία αναδιπλώνεται σε μια κλειστή ταυτότητα, και απέναντι σε μια καθημερινότητα πιο ασφυκτική, πιο αδιέξοδη, πιο βίαιη.
Σημαντικές για τη μεγάλη εικόνα, πιο θεωρητικές και επίμονα αποστασιοποιημένες είναι οι συνθετικές προσεγγίσεις του Χατζηβασιλείου και του Περαντωνάκη. Ιδιαίτερα επικριτική αντίθετα, είναι η Δημητρακάκη που καταγράφει με απαισιοδοξία το γεγονός ότι «η σημερινή Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να γεννήσει οργανικούς διανοούμενους μέσα από τις τάξεις των συγγραφέων της».
Μικέλα Χαρτουλάρη