~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
................ Επιμέλεια Σελίδας: Πάνος Αϊβαλής, υπεύθυνος έκδοσης του περιοδικού "Ύφος", ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: kepeme@gmail.com...............
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η Φωτό Μου
Ξεφυλλίζοντας... με τον Πάνο Αϊβαλή

"O άνθρωπος πρέπει κάθε μέρα ν᾽ακούει ένα γλυκό τραγούδι, να διαβάζει ένα ωραίο ποίημα, να βλέπει μια ωραία εικόνα και, αν είναι δυνατόν, να διατυπώνει μερικές ιδέες. Αλλιώτικα χάνει το αίσθημα του καλού και την τάση προς αυτό...". Γκαίτε.

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

“ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ”, ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΟΜΩΝΥΜΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ


Dionisis Vitsos





«Ο διάολος είχε τρεις θυγατέρας, 
την πρώτη επάντρεψε εις την Μάνην,
την δευτέρα εις την Κρήτην,
και την τρίτην εις την Κεφαλλονιάν».


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΟΙΜΙΑ, “ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ”, ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΟΜΩΝΥΜΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΚΑΤΑ ΜΗΝΑ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ, ΤΟΜΟΣ ΙΖ’, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1894


Απονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας Συγγραφέων

ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017,


Τα Βραβεία της Εταιρείας Συγγραφέων απονεμήθηκαν στις 23 Νοεμβρίου, στο Αμφιθέατρο Αντώνη Τρίτση του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων. 

Το Βραβείο Διδώ Σωτηρίου απονεμήθηκε στη συγγραφέα Χριστιάνα Λαμπρινίδη για την προσφορά της στα γράμματα και τον πολιτισμό τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. 
Το Βραβείο Δαίδαλος απονεμήθηκε στον συγγραφέα και μεταφραστή Μισέλ Βόλκοβιτς για τη συμβολή του στα γράμματα και τον πολιτισμό και ιδιαίτερα για την προβολή της ελληνικής ποίησης στη Γαλλία. 
Το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ποιητή στη μνήμη Γιάννη Βαρβέρη απονεμήθηκε στη Δανάη Σιώζου για τη συλλογή της «Χρήσιμα παιδικά παιχνίδια» (εκδόσεις Αντίποδες). 
Το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου στη μνήμη Μένη Κουμανταρέα απονεμήθηκε στον Κωνσταντίνο Χατζηνικολάου για το μυθιστόρημά του «Ιάκωβος» (εκδόσεις Αντίποδες). 
Τα βραβεία απένειμαν η υπουργός Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου, ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, ο γενικός γραμματέας της Βουλής Κωνσταντίνος Αθανασίου, ο πρόεδρος του Οργανισμού Διαχείρισης Έργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ) Αντώνης Καρατζάς και η Αλίκη Βαρβέρη. 
Για τη Χρ. Λαμπρινίδη μίλησε ο συγγραφέας και επίτιμο μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων Σάββας Μιχαήλ ενώ για τον Μισέλ Βόλκοβιτς μίλησε ο ποιητής και μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων Χριστόφορος Λιοντάκης. Στην ίδια εκδήλωση η Εταιρεία καλωσόρισε τα νέα της μέλη, παρουσιάζοντας επίσης το ημερολόγιό της για το 2018 με θέμα «Διαβάζοντας την Αθήνα» (εκδόσεις Πατάκη), που είναι αφιερωμένο στην ανακήρυξη της πόλης σε Παγκόσμια Πρωτεύουσα του Βιβλίου. 
Η Χρ. Λαμπρινίδη γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα και είναι συγγραφέας, σκηνοθέτρια και ακτιβίστρια. Έχει τιμηθεί με το Βραβείο Lillian Hellmann and Dashiel Hammett του Human Rights Watch και υπήρξε δύο φορές υποψήφια για το Right Livelihood Award (εναλλακτικό Νόμπελ). Ειδικεύεται στην επίλυση συγκρούσεων και συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς. Παράλληλα διδάσκει και οργανώνει προγράμματα γραφής και σκέψης, καθώς και παραστάσεις με στόχο την κοινωνική αλλαγή σε εγγράμματες και αγράμματες γυναίκες, σε συνοριακούς πληθυσμούς που βρίσκονται σε σύγκρουση, σε εφήβους και σε παιδιά του δρόμου. Θεατρικά της έργα έχουν παρουσιαστεί σε πανεπιστήμια και ιδρύματα σε όλο τον κόσμο. Έχει συμμετάσχει σε διεθνή συνέδρια και είναι η πρώτη Ελληνίδα συγγραφέας που κατέλαβε τη θέση της Writer-In-Residence στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ (1990-1991). Το βιβλίο της «Ανάρμοστη μνήμη» θα κυκλοφορήσει σύντομα από τις εκδόσεις Άγρα. 



Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Τα Ποιητικά - Τεύχος 23 - (Το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη παίρνουν τη σκυτάλη από το Παρίσι, μετά από αιώνες συμβολικής κυριαρχίας)

Τα Ποιητικά


Προφανής: η σχέση του Υβ Μπονφουά, που πέθανε πριν από λίγο καιρό, με τον Γιώργο Σεφέρη, τον οποίο μετέφραζε και ερμήνευε· ποιήματα του πολύ γνωστού κι αγαπημένου στην Ελλάδα Ζακ Πρεβέρ· ποιήματα του Ζαν-Μπατίστ Παρά, εντελώς άγνωστου στα καθ’ ημάς, καθότι νεότερου και παρά το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στην Ανθολογία σύγχρονης γαλλικής ποίησης που εκδόθηκε πριν από 3 χρόνια. Υπόρρητη: δυο ποιητές γαλλοτραφείς, σε δυο διαφορετικές περιόδους της Ιστορίας, μεταφραστές και οι δύο εκ του γαλλικού, ο Κώστας Καρυωτάκης, από τη μια, κι ο Τίτος Πατρίκιος, από την άλλη. 
Ένα ολόκληρο συνεχές και μια ρήξη: η ελληνική ποίηση ως τη γενιά του ’70 είναι διαποτισμένη από τη γαλλική ποίηση και κουλτούρα εν γένει· λίγο μετά, τα πράγματα αλλάζουν, η γαλλική λογοτεχνία, για λόγους που έχουν να κάνουν και με την ίδια (τα έχει πει ο Τοντορόφ στο Η λογοτεχνία σε κίνδυνο) παύει να είναι κεντρικό σημείο αναφοράς, και όχι μόνο για την Ελλάδα.
 Το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη παίρνουν τη σκυτάλη από το Παρίσι, μετά από αιώνες συμβολικής κυριαρχίας. Κι αυτό φαίνεται και στην πρόσληψη των γαλλικών γραμμάτων – παρότι, στο επίπεδο της μεταφρασμένης λογοτεχνίας, η Γαλλία συνεχίζει να αποτελεί σημαίνον κέντρο, λόγω του όγκου αλλά και της ποικιλίας των μεταφράσεών της, σε σχέση με τον αγγλοσαξονικό χώρο.
Οι ορίζοντες προσδοκίας αλλάζουν, όμως, και η γαλλική ποίηση, παλαιότερη και νεότερη, μοιάζει να επανέρχεται στο προσκήνιο, όπως άλλωστε και άλλα κινήματα των αρχών του προηγούμενου αιώνα, όπως ο φουτουρισμός, τον οποίο εκπροσωπεί στο παρόν τεύχος ο πολύ μεγάλος Βελιμίρ Χλέμπνικοβ. Ρώσικη πρωτοπορία από τη μια· «μετεπαναστατικός λόγος», όπως ο Γιώργος Μαρκόπουλος, μιλώντας για την ποίηση του Τίτου Πατρίκιου, ονομάζει την ποίηση της α΄ μεταπολεμικής γενιάς –τι παρωχημένο εργαλείο πια η γενιά και πόσο βολικό στην κουβέντα–, υπογραμμίζοντας σωστά ότι δεν ήταν ποίηση της ήττας, αλλά της αντι-ήττας, όπως ωραία την έχει ονομάσει η Σόνια Ιλίνσκαγια στη Μοίρα μιας γενιάς. 
Αν συνυπολογίσει κανείς και τη σεφερική επίδραση σε όλη τη μεταπολεμική ποίηση, ως και τη γενιά του ’70, και ειδικά στον μετεπαναστικό λόγο –είναι τόσο ενδιαφέρουσα η αμφιθυμία των ποιητών αυτών απέναντί του, ανάμεσα στην απόλυτη αισθητική κατάφαση και την ιδεολογική απόρριψη–, αντιλαμβάνεται ότι το τεύχος είναι και πολιτικό – και με την πιο στενή σημασία του όρου, αφού Τα Ποιητικά θεωρούν εξ ορισμού πολιτική την τοποθέτησή τους, με την έννοια του πολιτικού στοχασμού, για τον οποίο κάνει λόγο ο Μαρκόπουλος. 
Αυτή η θέση μάλιστα ερμηνεύει και την επιλογή να παρακολουθεί το περιοδικό τόσο στενά την τρέχουσα παραγωγή – υποσχόμαστε μάλιστα να διευρύνουμε το πεδίο αναφοράς μας στο άμεσο μέλλον. Να την παρακολουθεί δε από ποικίλες σκοπιές, με λόγο περί λογοτεχνικών έργων, κατά τη διάκριση του Ουμπέρτο Έκο στο Περί λογοτεχνίας, προσεγγίσεις δηλαδή εξωτερικές του έργου, από διαφορετικές επιστημονικές, αλλά και κριτικές, τον κατεξοχήν λόγο περί του έργου. Αυτός είναι και ο καλύτερος τρόπος, η κριτική, να αντιπαλέψει κανείς τα σχήματα που δημιουργούνται για την ποίηση ερήμην της – και ουκ ολίγα τέτοια έχουμε δει, τα οποία μάλιστα, για λίγο καιρό, προκόβουν. 
Μετά ο χρόνος τα παρασέρνει και μένει στο προσκήνιο μόνο η δύναμη της ποίησης. Στην περίπτωση του Καρυωτάκη, που ήταν μόνο κάποια χρόνια πιο μικρός από τον Σεφέρη, αδιαμφισβήτητος εισηγητής του μοντερνισμού στην ποίηση και βρέθηκε στη σκιά για πολλά χρόνια, αυτό αποδεικνύεται περίτρανα. Όπως αποδεικνύεται και κάτι ακόμη, ότι η συγχρονική κριτική, όπως αυτή του Δημαρά, κρίνεται σε βάθος χρόνου εντέλει και οι κάθε λογής θεσμοί λειτουργούν στη συγχρονία και μόνο – εκεί ανεβοκατεβάζουν, εντελώς προσωρινά, ποιητικές κυβερνήσεις. 
Α, ναι, και κάτι ακόμη, αυτοί οι νέοι και αγράμματοι, όπως τους λέει ο Παπανικολάου, ποιητές που αλάλαζαν για την ποίηση του Καρυωτάκη, κάτι είχαν νιώσει, αν όχι διαπιστώσει λογικά, που άξιζε τον κόπο. Το τι είναι βέβαια κριτική είναι ένα ζήτημα μονίμως ανοιχτό, όπως και το τι είναι ποίηση. Μπορούμε σίγουρα να πούμε τι δεν είναι κριτική: η σημειωματογραφία που αναπαράγει τα δελτία τύπου ή τα πιο κοινότοπα κλισέ, μακριά από το έργο καθαυτό (τις κάθε λογής σκοπιμότητες τις αφήνουμε στην άκρη). 
Καλό φθινόπωρο με το βραβείο «Άρης Αλεξάνδρου» για μεταφράσεις του 2015 στις 10 Οκτωβρίου. Κοντά-κοντά τα δυο βραβεία, ακόμη καλύτερα: πολλή, καλή μεταφρασμένη ποίηση.

________________

Τρίτη 30 Μαΐου 2017

Η 40η Γιορτή Βιβλίου στον πεζόδρομο της Ερμού

.ΕΚΘΕΣΗ  ΒΙΒΛΙΟΥ


Η Γιορτή Βιβλίου επιστρέφει στο κέντρο της Αθήνας, σε έναν από τους ωραιότερους περιπάτους, ο οποίος συνδέει το ιστορικό κέντρο με το Γκάζι και τα Πετράλωνα. 
Όπως αναφέρει στη σχετική ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Εκδοτών Βιβλίου Αθηνών, (ΣΕΒΑ) έπειτα από επίμονες προσπάθειες, θα γιορτάσει φέτος τα 40 χρόνια Γιορτής Βιβλίου στον πεζόδρομο της Ερμού (με αφετηρία την Πλατεία Ασωμάτων) με σκοπό να δημιουργήσει έναν χώρο ανταλλαγής ιδεών στο κέντρο της Αθήνας μέσα από αυτό το σημαντικό πολιτιστικό γεγονός.
Η φετινή Γιορτή Βιβλίου που θα πραγματοποιηθεί από τις 26 Μαΐου έως και τις 11 Ιουνίου, συμπίπτει με τα 100 χρόνια από την επανάσταση του 1917 στη Ρωσία και τα 50 χρόνια από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, συμβάντα που επηρέασαν ανάμεσα στα άλλα και την πολιτιστική ζωή στη χώρα μας. Στο πλαίσιο αυτό, θα πραγματοποιηθούν εκδηλώσεις και δράσεις για μικρούς και μεγάλους.

Ώρες λειτουργίας: 
Δευτέρα-Παρασκευή 18.00-22.00
Σάββατο 10.00-14.30 και 18.30-11.00
Κυριακή 10.00-14.30 και 18.30-10.30

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

Από την εκδήλωση - παρουσίαση του λογοτεχνικού περιοδικού ΥΦΟΣ στο πατάρι των εκδόσεων Πατάκη





www.yfos-texnes.blogspot.gr

Μιχάλης Κατσαρός, Κατά Σαδδουκαίων (1953)

    Ανθολογία Ελληνικής Ποίησης   

               Κατά Σαδδουκαίων

Πλήθος Σαδδουκαίων
Ρωμαίων υπαλλήλων
μάντεις και αστρονόμοι
(κάποιος Βαλβίλος εξ Εφέσου)
περιστοιχίζουν τον Αυτοκράτορα.
Κραυγές απ’ τον προνάρθηκα του Ναού.
Απ’ τη φατρία των Εβιονιτών κραυγές:
Ο ψευδο-Μάρκελος να παριστάνει το Χριστό.
Διδάσκετε την επανάστασιν κατά του πρίγκηπος
Οι Χριστιανοί να ‘χουνε δούλους Χριστιανούς.
Η αριστοκρατία του Ναού να εκλείψει.
Εγώ απέναντι σας ένας μάρτυρας
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.

Τους ύπατους εγώ ανέδειξα στις συνελεύσεις
κι αυτοί κληρονομήσανε τα δικαιώματα
φορέσαν πορφυρούν ατίθασον ένδυμα
σανδάλια μεταξωτά ή πανοπλία
εξακοντίζουν τα βέλη τους εναντίον μου –
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.

Τους άλλους απ’ την πέτρα και το τείχος μου
καθώς νερό πηγής τους είχα φέρει
η θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία
τ’ άλογα τους απ’ τον κάμπο μου•

δε μου επέτρεψαν να δω τον Αυτοκράτορα
τους υπάτους δεν άφηναν να πλησιάσω
σε μυστικά συμπόσια και ένδοξα
τη θέληση μου που την καταπατήσανε
τόσους αιώνες.

Τώρα κι εγώ υποψιάζομαι
όλο το πλήθος των αυλοκολάκων
όλους τους ταπεινούς γραμματικούς
τους βραβευμένους με χρυσά παράσημα
λεγεωνάριους και στρατηλάτες
υποψιάζομαι τις αυλητρίδες τη γιορτή
όλους τους λόγους και προπόσεις
αυτούς που παριστάνουνε τους εθνικούς
τον πορφυρούν χιτώνα του πρίγκηπος
τους συμβουλάτορες και τους αιρετικούς
υποψιάζομαι συνωμοσία
νύκτα θα ρεύσει πολύ αίμα
νύχτα θα εγκαταστήσουν τη βασιλεία τους
νέοι πρίγκιπες με νέους στέφανους
οι πονηροί ρωμαίοι υπάλληλοι
του Αυτοκράτορος
‘τοιμάζουνε κρυφά να παραδώσουν
να παραδώσουν τα κλειδιά και την
υπόκλιση τους.
Εγώ πάλι μέσα στο πλήθος διακλαδίζομαι
η θέληση μου διακλαδίζεται μέσα στο πλήθος
μαζεύω τους σκόρπιους σπόρους μου
για την καινούργια μακρινή μου ανάσταση
μαζεύω.




 καταχώρηση από: Σωτήρης Παστάκας

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Παρουσίαση βιβλίου Άγγελου Γέροντα "Poetry on Papyrus": Πέμπτη, 9 Φεβρουαρίου 2017, ώρα 18.15, Θέατρο Αλκμήνη | ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις

ΕΚΔΗΛΩΣΗ // ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ


Οι εκδόσεις ΒΗΤΑ
και ο συγγραφέας Άγγελος Γέροντας
σας προσκαλούν στην παρουσίαση
του βιβλίου
“Poetry on Papyrus”
~~~~~~~~~~~~~~~
την Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017
και ώρα 18:15*
στο θέατρο «Αλκμήνη»(Αλκμήνης 12, Πετράλωνα, Τηλ.: 210-34 28 650)
~~~~~~~~~~~~~~~
Ο συγγραφέας,
με αφορμή την αγγλική μετάφραση
και έκδοση διηγημάτων του,
μαζί με την ποιήτρια και μεταφράστρια
ισπανόφωνης λογοτεχνίας
Αθηνά-Στυλιανή Μίχου,
θα εκφράσουν σκέψεις και απόψεις
για τη μετάφραση λογοτεχνίας
και θα διαβάσουν κείμενα
μεταφρασμένης λογοτεχνίας.
~~~~~~~~~~~~~~~
Αγγλικά κείμενα του Poetry 
on Papyrus
θα διαβάσει η παιδοψυχολόγος Εύη Φιλιππίδη.
~~~~~~~~~~~~~~~
Την εκδήλωση θα πλαισιώσει μουσικά
το “George Spanos Trio”
(Γιώργος Σπανός: κιθάρα, τραγούδι
Νίκος Καπηλίδης: τύμπανα
Γιώργος Πολίτης: μπάσο)
με το πρόγραμμα “Yellow Music Tale”
(εμπνευσμένο από το διήγημα “Yellow Fairy Tale”).
photosΠ. Ψυχάρης 

* Παράκληση για αυστηρή τήρηση της προσέλευσης μέχρι την ώρα έναρξης (18:15)




Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Έφυγε από τη ζωή η Ρεθεμνιώτισσα ποιήτρια Νατάσα Χατζιδάκι



Εφυγε σήμερα από τη ζωή η Νατάσα Χατζιδάκι, μία από τις πιο διακριτές και διακριτικές φωνές της λεγόμενης ποιητικής γενιάς του ’70, της επιλεγόμενης γενιάς της αμφισβήτησης. Γεννημένη το 1946 στο Ρέθυμνο, ήρθε στην Αθήνα το 1964, όπου σπούδασε δημοσιογραφία, ενώ αργότερα, με τη Χούντα, έζησε για πέντε στο Λονδίνο, όπου σπούδασε αγγλική λογοτεχνία και συνεργάστηκε με το ραδιόφωνο του BBC, μαζί με τον τότε σύζυγό της και πάντοτε συνοδοιπόρο της ζωής της, ποιητή Μιχάλη Μήτρα.
Με την επιστροφή της στην Ελλάδα, συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά «Πρόσωπα», «Σήμα» και «Ρεύματα», ενώ για χρόνια εργάστηκε ως παραγωγός εκπομπών λόγου στο Τρίτο και στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ, καθώς και στην ΕΤ1.
Είχε δείξει «οπτικά» ποιήματά της σε ομαδικές εκθέσεις και είχε συμμετάσχει σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Αγγλία και την Ισπανία.
Ηταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, η οποία και εξέδωσε την ανακοίνωση του θανάτου της. Η κηδεία της θα γίνει στον τόπο καταγωγής της, στο Ρέθυμνο.

Εργογραφία:
Ποίηση
- «Στις εξόδους των πόλεων», Περγαμηνή, 1971.
- «Ακρυλικά», Πολυπλάνο, 1976.
- «Δυσαρέσκεια», Πλέθρον,1984.
- «Αλλοι», Κέδρος, 1990.
- «Βαθυέρυθρο», Νέο Επίπεδο, 2005.
- «Αδηλος αναπνοή: Ποιήματα 1971-1990», Υψιλον, 2008.

Πεζογραφία
- «Συνάντησέ την, το βράδυ», νουβέλα, Μικρή Εγνατία, 1979• β΄ έκδοση: Πλέθρον, 2009.
- «Ιβίσκοι, νάρκισσοι»,, νουβέλα, Κέδρος, 1985.
- «Ξένοι στην πόλη», διηγήματα, Κέδρος, 1993.

Μεταφράσεις
- Ελεωνόρα Κάρριγκτον, «Η πέτρινη πόρτα», Αιγόκερως, 1982.

Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και γαλλικά.
~~~~~~~
Ποιητικά αποσπάσματα της Νατάσας Χατζιδάκι, εδώ:

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ


ΠΟΙΗΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ: 


NicolasCalas
ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ
γράφει η ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ*
Ίχνος παρηγοριάς δε βρίσκω πια στα ερείπια.
Νικόλαος Κάλας

Το 1976, ο Οδυσσέας Ελύτης, προλογίζοντας την πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Νικόλαου Κάλας (Οδός Νικήτα Ράντου, Ίκαρος, 1977), θα γράψει: «Στην ιστορία όμως της Λογοτεχνίας, όχι αυτήν που καταρτίζουν οι ειδικοί αλλά την άλλη, που η πυξίδα της δεν υπάκουει πάντοτε στον βορρά, μου άρεσε ανέκαθεν να παρακολουθώ τις παλινδρομικές αποτιμήσεις του χρόνου: που τον βλέπεις να προωθεί άξαφνα μια συγκίνηση του 1931 στα 1976 και αντίθετα, μιαν ευαισθησία δήθεν σημερινή να την απωθεί –με χαιρεκάκεια θα’ λεγα– σαράντα χρόνους πίσω. Αλλά όταν η γοητεία μπαίνει στη μέση, αλλάζουν όλα. Επειδή η γοητεία μοιάζει με τη θάλασσα· κι ευτυχώς».

Για πολλούς και ποικίλους λόγους –πέρα από την αδιαφιλονίκητη γοητεία του Νικόλαου Κάλας, τόσο της προσωπικότητας όσο και του έργου του– θα μπορούσε να επιδιώξει κανείς να επιστρέψει σήμερα, άλλα σαράντα έτη μετά και την ΝικήταΡάντου, στις αρχές της δεκαετίας του ’30, προσπαθώντας να ανακαλύψει κάτι από αυτήν τη συγκίνηση που θα κάνει τον Ελύτη στον ίδιο πρόλογο παρακάτω να προειδοποιήσει για τα εν λόγω ποιήματα: «Τρέμεις μην εκραγούν στα χέρια σου».
Τον Οκτώβρη του 1932, εκδίδονται στην Αθήνα από τις εκδόσεις «Πυρσός» (στο εξώφυλλο αναγράφεται ως έτος έκδοσης το 1933) και με το ψευδώνυμο Νικήτας Ράντος  τα Ποιήματα του κατά κόσμον Νικόλαου Καλαμάρη. Η ποιητική ενασχόληση όμως δεν είναι παρά μόνο μία από τις πολλές πλευρές της δραστηριότητας του πολυώνυμου και πολυσχιδή Καλαμάρη. Ο λάβρος από τις σελίδες των αριστερών περιοδικών της εποχής νεαρός κριτικογράφος Μ. Σπιέρος (εμπνευσμένος από τον επαναστάτη Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο), το μαχητικό μέλος της «Φοιτητικής συντροφιάς» και υποστηρικτής του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» του Γληνού, ο αποστάτης της μεγαλοαστικής του καταγωγής ανένταχτος μαρξιστής και κατευθυνόμενος προς τον τροτσκισμό διανοούμενος, ο πρωτοπόρος υπερρεαλιστής ποιητής Νικήτας Ράντος –από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν ελεύθερο στίχο στην Ελλάδα–, ο συνοδοιπόρος των σουρρεαλιστών στους κύκλους του Παρισιού της δεκαετίας του ’30 και ο καταξιωμένος μεταπολεμικά στην Αμερική ρηξικέλευθος θεωρητικός της τέχνης Nicolas Calas, είναι ένα και το αυτό πρόσωπο, αυτός που ο Αντρέ Μπρετόν στα Προλεγόμενα του τρίτου μανιφέστου του σουρρεαλισμού, θα αποκαλέσει ως ένα από «τα πιο διαυγή και τολμηρά πνεύματα» της εποχής του. Ο μοντερνιστής, αμφισβητίας και πολύ μπροστά από την εποχή του Νικόλαος Κάλας, όπως τελικά επικράτησε να λέγεται, ασφαλώς χρειάστηκε να καταβάλει και το ανάλογο κόστος που όλα αυτά συνεπάγονται: Ψόγοι, λοιδορίες, εμπαιγμοί και εν τέλει πλήρης σιωπή και απαξίωση για το ποιητικό του έργο στα καθ’ ημάς.
Ένα θεμελιώδες στοιχείο της ποίησής του, όπως επισημαίνει ο Mario Vitti στη μελέτη του για τη Γενιά του ’30, είναι η «κίνηση»: «ο Ράντος καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια, λίγο μετά το 1930, για να συγκροτήσει μία ποίηση κίνησης, χρησιμοποιώντας γι’ αυτό το σκοπό ένα ανάλογο υλικό σε έντονη κίνηση, καθώς και ένα λόγο γοργά εναλλασσόμενο, σε στενή συνάρτηση με τη γενική κίνηση. Ήταν και αυτός ένας τρόπος να αντιδράσει ο νέος ποιητής στη λυρική ακινησία, στον αδρανή ναρκισσισμό που ακινητοποιεί εκείνα τα χρόνια την ελληνική ποίηση». Μα και ο ίδιος ο Κάλας άλλωστε βρίσκεται διαρκώς εν κινήσει και εν εγρηγόρσει, όχι μόνο γιατί ταξιδεύει για πολλά χρόνια, πριν καταλήξει να εγκατασταθεί οριστικά μετά το 1940 στη «Μανχατανή Βαβυλώνα» του, με μία ταυτότητα που αδιάλειπτα μεταβάλλεται, μεταπηδώντας από το ένα πεδίο δράσης στο άλλο, αλλά κυρίως γιατί παραμένει πάντα ανήσυχος, αεικίνητος, ασυμβίβαστος, μία ρευστή ύλη που εμπεριέχει αντιφάσεις και ρήξεις, μεταπτώσεις και αντιθετικές συνθέσεις.
Στην πρώτη του συλλογή, τα Ποιήματα του 1932, (θα επανεκδοθεί μαζί με άλλα μεταγενέστερα από τις εκδόσεις Ίκαρος στη συλλογή Γραφή και Φως το 1983), που έχει έντονες μαρξιστικές και φουτουριστικές επιρροές και στην ενότητα με τον τίτλο «Βουή», θα εντάξει το ποίημα «Ακρόπολη», όπου πίσω από ένα σατιρικό προκάλυμμα χλευάζει τη στερεότυπη ωραιοποιημένη εικόνα της Ακρόπολης και την αθρόα τουριστική της εκμετάλλευση, όπως συνετέλεσαν σε αυτήν ξένοι φιλέλληνες και καλλιτέχνες, μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους:
ΑΚΡΟΠΟΛΗ
Στο πρώτο πλάνο
ο Παρθενός
ο δηλητηριασμένος με ψυχαρική μελάνη
ο ψεύτικος, ο νεκρός
ο σκοτωμένος με φακό σε πλούσιο χαρτί
από τον Μπουασονά
νεκροθάπτη της Ελλάδας –
για φόντο χέρια σταυρωμένα
μπλεγμένα
σε θέση προσευχής
εντατικής προσευχής
τα χέρια φλύαρα χοντρά
εξόχως χοντρά
στα δάχτυλα για δαχτυλίδια
σύρματα ηλεκτρικά
που τρεμοσβούν τη λέξη
Ρ ε ν ά ν
– ο επίσημος της Ακρόπολης
κανδηλανάφτης –
πάνου στα μάρμαρα
πόδια, κοιλιά, στήθια, χέρια
μαλλιά ξέπλεκα
της Νταλιλάς
αλλά οι τρίχες κομμένες
είναι χορεύτρα που βαρέθηκε τα παρκέτα
και πηδά
σε παλιά μάρμαρα
προκλητικά
πηδά ανάμεσα σε κολόνες
τοποθετημένες φανταστικά
από ποιητή μεγαλόπνοο πολύ
τον Χερ Καρλ Μπέντεκερ –
κι όλα αυτά
κάποιας έκθεσης Ζαππείου ο προβολέας
ρεκλάμα οίκου γαλλικού
τα χτυπάει σαδικά
με μπουνιές στ’ αυτιά μας
έχει απόφαση ο αθεόφοβος
να ριμάρει με το φεγγάρι
ενώ σε νύχτες πανσελήνου
ο φορατζής εισπράττει τα φιλιά
που κρύβει ψεύτικης καρυάτιδας η φούστα
κι αφήνει σ’ αυτές
χοντρές κοιλιές
σ’ αυτούς σωληνάρια εξακόσια εξ
μόνο κύλινδροι φαίνονται εδώ πέρα
κολόνες ίσιες πεσμένες
μαρμάρινες και άλλες
ρολ-φιλμ, αγκφά, κοντάκ
νομισμάτων – τα ρέστα
αλλαγμένων δολαρίων και στερλινών
κυλινδρικά επίσης οι λέξεις ετούτες
ζουμερά πέφτουν
λέξεις εμπνευσμένες
από τη φρίκη που μας προξενούν
οι κανονιές του Μοροζίνη –
τα κανόνια κι αυτά κυλινδρικά
κάθε μέρα γκρεμίζουν τις ακρόπολες
κάθε μέρα γκρεμίζουν τις ακροπόλεις
που αναστηλώνουν άλλοι σε πλάκες αρνητικές
φωνάζουν τα κλικ των κοντάκ
λέξεις που απαγγέλλει
με ρυθμό μηχανής άντλερ
κυρία ηθοποιός
εκπορνεύει τ’ αυτιά μας
μ’ αδύναμο λάρυγγα
οχετό της ψυχής της
που χύνει τελικά
σε χειροκροτήματα
– μαύροι αφροί θάλασσας ενετικής.
Εικονοκλαστικά εδώ, ο Κάλας παρουσιάζει έναν Παρθενώνα νεκρό και ρημαγμένο και σε μία κινηματογραφικής κίνησης αλληλουχία, ξεδιπλώνει τους πρωταίτιους αυτής της καταστροφής. Διακωμωδεί τη μεταγραφή στη δημοτική «Παρθενός» του Ψυχάρη, εμφανίζει τον Φρεντ Μπουασονά ως νεκροθάφτη του Παρθενώνα, αποδοκιμάζοντας την ειδυλλιακή απεικόνισή του στις πασίγνωστες φωτογραφίες του στις αρχές του 20ού αι., και σαρκάζει τον Ερνέστο Ρενάν για την περίφημη «Προσευχή» του «πάνω στην Ακρόπολη», επιφυλάσσοντας γι’ αυτόν τη θέση του καντηλανάφτη. Ύστερα, ρίχνει τους προβολείς του στις γυμνές χορεύτριες της Νέλλης που βρήκαν καινούργιο παρκέ στα πεντελικά μάρμαρα, συμβάλλοντας ακόμη περισσότερο στη φήμη του μνημείου ενώ από την αιχμή της πένας του δεν ξεφεύγουν ούτε οι ονομαστοί οδηγοί του Καρλ Μπέντεκερ, το ταξιδιωτικό ευαγγέλιο της εποχής για τους πάσης φύσεως περιηγητές. Και εν γένει εκτοξεύει τα βέλη του προς όλους όσους είδαν τον Παρθενώνα σαν μία ευκαιρία για να προβάλουν μία λουστραρισμένη εικόνα της αρχαιότητας και τον κατέστησαν αντικείμενο επίδειξης, αξιοποίησης, προβολής.
Η Ακρόπολη είναι νεκρή κατά τον Κάλας και την θανάτωσαν όλοι αυτοί που υποτίθεται την εξυψώνουν. Αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση στο ποίημα συνίσταται στην αντιπαραβολή της καταστροφής του Παρθενώνα από τις βόμβες του Μοροζίνι, κατά τον ενετοτουρκικό πόλεμο του 1687, όταν ο ναός είχε μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη, με την «καταστροφή» που επιφέρουν στο μνημείο τα φιλμ των φωτογράφων, οι κινηματογραφικές μηχανές και οι εκτυφλωτικοί προβολείς των εκθέσεων. Φιλέλληνες και αρχαιολάτρες που εφορμούν για να το απαθανατίσουν, το τραυματίζουν ανεπανόρθωτα, ίσως χειρότερα και από την οβίδα του Μοροζίνι. «Δεν είμαι διόλου βέβαιος εάν στην ομορφιά του Παρθενώνα δεν συνετέλεσε πάρα πολύ κι ο Μοροζίνι», προβοκατόρικα θα δηλώσει, περίπου την ίδια περίοδο, στο δοκίμιό του «Γύρω στην Μοντέρνα Τέχνη» (1931). Πολλά χρόνια πριν τον Ντάνιελ Μπούρστιν, τον αμερικανό ιστορικό που στις αρχές της δεκαετίας του ’60, στο εμβληματικό έργο του για την αμερικανική –και όχι μόνο– κουλτούρα “The Image” μίλησε για τα απατηλά «ψευδο-γεγονότα» που παράγει η τουριστική βιομηχανία, ο Κάλας διαβλέπει εδώ την επερχόμενη έκρηξη της ψευδαισθησιακής πραγματικότητας που σκηνοθετεί ο τουρισμός. Οι ξένοι επισκέπτες της Ακρόπολης που ανεβαίνουν στον ιερό βράχο δεν βλέπουν τον αρχαίο ναό όπως είναι στην πραγματικότητα αλλά το παραμορφωμένο είδωλο της κατασκευασμένης εικόνας, όπως φτάνει σ’ αυτούς.
Η ιδέα της καταστροφής της Ακρόπολης και γενικά αρχαιοτήτων και μνημείων του παρελθόντος που έχουν καταλήξει αβάσταχτο φορτίο και τροχοπέδη, είναι μία μηδενιστική μεν γοητευτική δε μέσα στην αιρετικότητά της σύλληψη, με πολλούς εκφραστές· όπως στην ντανταϊστικής πνοής «Διακήρυξη Υπ. Αριθμόν 1», του Σ.Α.Σ.Α (Συνδέσμου Αισθητικών Σαμποτέρ Αρχαιοτήτων) που κυκλοφόρησε ο παραγνωρισμένος αυτόχειρας συγγραφέας Γιώργος Μακρής το 1944 και καλούσε σε «ανατίναξη των αρχαίων μνημείων, προπαγάνδα ενάντια στις αρχαιότητες και σε κάθε αντικείμενο που δε μας αρέσει». Μία προσωπικότητα και μία ιστορία που εγκιβωτίζει επιτυχώς ο συγγραφέας Χρήστος Χρυσόπουλος στην αναθεωρημένη έκδοση της νουβέλας του «Ο Βομβιστής του Παρθενώνα» το 2010. Αλλά και τα προτάγματα του φουτουρισμού, από τον οποίο επηρεάστηκε ο Κάλας, προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν. Στο ιδρυτικό του Μανιφέστο, ο Μαρινέττι μετά βδελυγμίας αποστρέφεται κάθε ένδειξη προγονολατρείας και ζητεί την κατεδάφιση μουσείων και βιβλιοθηκών.
Διαχωρίζοντας ασφαλώς τη θέση μας από όποια μηδενιστική εμπρηστική διάθεση ενυπάρχει σε τέτοια οράματα, ας επιμείνουμε στην αξία της ποιητικής μεταφοράς: τα απομεινάρια μίας παρελθούσης δόξας προβάλλουν ως άχθος βαρύ ενώ ο εκμηδενισμός τους ως εν δυνάμει όχημα αναγέννησης προκειμένου να ανακοπεί μία φθίνουσα πορεία. Η ποίηση μπορεί να φέρει το βάρος αυτού του σοκ. Η ποίηση μπορεί να αφυπνίσει, η ποίηση διαθέτει το καύσιμο υλικό για να διασπείρει «εστίες πυρκαγιάς» (όπως το ομότιτλο σημαίνον θεωρητικό έργο του Κάλας “Foyers d’ Ιncendie”), σαν αυτές που άφηνε πίσω της η ερεθιστική σκέψη του.
«Το ποίημα δεν ακούει, ούτε βλέπει. Ξαναδιαβάζεται» λέει ο Κάλας. Και η καινούρια ανάγνωση φυσικά προϋποθέτει και μία διαφορετική ερμηνεία, ένα νέο πρίσμα που θα φωτίσει ό, τι στον καιρό του υποτιμήθηκε. Το ποίημα στέκει αδιάφορο και αγέρωχο απέναντι στις κριτικές, στις εποχές, στις προθέσεις του ίδιου του ποιητή· και το έργο του Κάλας, το πλέον πρόσφορο σε τέτοιου είδους αναγνώσεις. Τον ξαναδιαβάζουμε, λοιπόν, με πλήρη συνείδηση ότι εδώ υπάρχουν πλούσια ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα σκέψης και προσδοκώντας τη στιγμή που θα κατακτήσει τη θέση που δικαιούται, σύμφωνα και με την εισαγωγική παρατήρηση του Ελύτη για τα καπρίτσια του θαυματοποιού χρόνου και την «παλινδρομική αποτίμησή» του.
Ο Κάλας, ως γνωστόν, αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση της Γενιάς του ’30, ενώ κινήθηκε αρκετά μακριά από τον ελληνοκεντρισμό της και δεν συνομολόγησε σε όλα αυτά που οι βασικοί εκπρόσωποί της συνόψισαν υπό τον όρο «ελληνικότητα». Αλλά υπάρχει ένα σημείο σύγκλισης στον στοχασμό του με τον «ελληνικό ελληνισμό» του Σεφέρη, όπως διαφαίνεται και στο ποίημα «Ακρόπολη», και αυτό είναι το αίτημα αποτίναξης ενός παρελθόντος όπως το διαμόρφωσαν οι Ευρωπαίοι κι εμείς βολικά ενστερνιστήκαμε, δίχως να το υποβάλουμε στη βάσανο της επεξεργασίας. Ο νεοκλασικισμός και ο άκριτος θαυμασμός του Βίνκελμαν για την αρχαία ελληνική Τέχνη, τα ρομαντικά ιδεώδη του Γκαίτε και του Σίλλερ, η Ελλάδα ως μούσα του Σατωμπριάν και του Χαίλντερλιν, πόση σχέση είχαν όλα αυτά με μία αυθεντική ελληνική ταυτότητα και πόσο τάχα δεν ανταποκρινόντουσαν και σε ανάλογους ευρωπαϊκούς πόθους για το κλέος της γηραιάς ηπείρου; Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν παρεμβαίνουν μόνο στη ναυμαχία του Ναβαρίνου αλλά μέσω του φιλελληνικού κύματος που ενσκήπτει στο νεοσύστατο τότε ελληνικό κράτος και στην αναβίωση ενός ένδοξου παρελθόντος, όχι απλώς ως ιστορική μνήμη αλλά ως συμπαγές ιδεολόγημα. Οι παραζαλισμένοι από την απότομη μετάβαση στη νεωτερικότητα Βαλκάνιοι χωριάτες έπρεπε να πεισθούν ότι όχι μόνο είναι απευθείας απόγονοι του Περικλή αλλά και Ευρωπαίοι ή άλλως «Η σύγχρονη Ελλάδα είναι ένα αποχωρητήριο χτισμένο από φιλέλληνες πάνω στα ερείπια ενός αρχαίου ναού», σύμφωνα με τον γνωστό αφορισμό του Κονδύλη.
Η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου παρελθόντος, ενός «Μεταχθές», όπως είναι ο όρος που χρησιμοποιεί σε άλλο ποίημά του, είναι μία προβληματική που απαντάται συχνά στο έργο του Κάλας και όχι μόνο το ποιητικό. «Δε μπορώ να ζήσω αν δε βρεθεί για μένα κάποιο άλλο παρελθόν» λέει στη Νικήτα Ράντου. Η σχέση μας με τον Παρθενώνα σήμερα δεν έχει διαφοροποιηθεί και πολύ από το 1932: Ένα αειθαλές σύμβολο που αντέχει κόντρα σε αλλαγές, καταστροφές, παραμορφώσεις και στην ιστορική ασυνέχεια αλλά παράλληλα παραμένει αμετακίνητο μέσα στη στασιμότητα του νοήματός του και ιερό ταμπού, ένα μέτρο τελειότητας που κανείς δεν φτάνει αλλά που δεν χάνει και ευκαιρία να το επικαλείται, ξένος ή γηγενής. Ο κοινότοπος  επαναλαμβανόμενος τρόπος θαυμασμού, η ανύψωσή του σε βάθρο που απέχει παρασσάγγας από το παρόν, εμποδίζει τη διαλεκτική με το μνημείο. Όπως δηκτικά σημειώνει σχετικά ο Αλέξανδρος Αργυρίου: «σκέπτομαι […] μήπως είναι λογικό να προσθέσουμε στα αποδεκτά συμπλέγματα και το σύμπλεγμα του Παρθενώνα».
Το μείζον ζήτημα που αναδύεται από την «Ακρόπολη» του Κάλας είναι αυτό του πολυσυζητημένου επαναπροσδιορισμού της νεοελληνικής ταυτότητας, ένα αίτημα που στα χρόνια της κρίσης ασφαλώς προβάλλει πιο επίκαιρο από ποτέ. Πολλές δεκαετίες πριν, ο μετέπειτα διανοούμενος της διασποράς, αποκαθηλώνοντας το πλέον εμβληματικό μνημείο της Αθήνας, ουσιαστικά αναρωτιέται: «Ποιοι είστε;» «Ποιοι είστε;» αναρωτιόντουσαν και οι ορδές των φιλελλήνων και περιηγητών που συνέρρεαν από όλες τις γωνιές της Ευρώπης στην επαναστατημένη οθωμανική επαρχία, συνεπαρμένοι από τα αρχαιοελληνικά ιδανικά, αλλά δεν συναντούσαν τους Κούρους και τους Απόλλωνες που φαντασιώνονταν. «Ποιοι είστε;» αναρωτιούνται σήμερα και τόσοι όψιμοι φιλέλληνες που στα χρόνια της οικονομικής κρίσης επικαλούνται τα «φώτα» της Ελλάδας για να την υπερασπιστούν, για να ζητήσουν την επιείκεια των ισχυρών και για να υπενθυμίσουν πόσα της χρωστάει η Δύση, καταφεύγοντας συχνά σε γραφικότητες, όπως το περίφημο ποίημα του Γκύντερ Γκρας, με αφορμή την ελληνική κρίση, «Η ντροπή της Ευρώπης». Πάλι ένα παρελθόν μέσα από τα μάτια των ξένων, πάλι μία αλλοτινή αίγλη, σπάνια θα ακούσει κανείς να επικαλείται το σήμερα, αυτόν τον αιώνα, το παρόν.
«Ποιοι είστε;», μοιάζει να αναρωτιέται τις νύχτες κι ο απαστράπτων Παρθενώνας, που στέκει αινιγματικός μέσα στο θάμβος που προκαλεί και ως άλλη Σφίγγα μας καλεί να λύσουμε το σύγχρονο αθηναϊκό αίνιγμα. Στην πραγματικότητα, είναι αυτός που μας παρατηρεί κι όχι εμείς αυτόν. Σε μια πόλη που κείται πάνω στα λείψανα ενός δανεικού μεγαλείου, ανυψώνεται από τα σπλάχνα της, τόσο υπεράνω, τόσο απομακρυσμένος από αυτήν, ξένο σώμα αλλά και τόσο οικειοποιημένο και σίγουρα όχι αρκετή παρηγοριά για το ζόφο μιας κοινωνίας που όζει από τη στασιμότητα. «Έχουν κατασκευασθεί για να ποτισθούν τα πέρατα της γης με τη δόξα πόλης που πλένεται σε άνυδρο ποτάμι / με ό, τι απομένει από την δόξα αυτή» γράφει στο ποίημα «Αθήνα 1933» ο Κάλας. Και τα απομεινάρια αυτής της «δόξας» είναι πια βάρος που πρέπει να αποτιναχθεί, κόμπος που πρέπει να λυθεί, αλλά και ευκαιρία για να αναγεννηθεί εκ τέφρας το νόημά της.
Ο Παρθενώνας παραμένει πάντα πεδίο πρόσφορο για κρίσεις που αφορούν τη συλλογική μας ταυτότητα, τις αγκυλώσεις και την παρελθοντολαγνεία μας, τη σχέση μας με τους ξένους, τη θέση μας στην ιστορική διαχρονία. Παραμένει όμως πάντα έδαφος γόνιμο και για το χτίσιμο μιας νέας σχέσης. Μπορούμε να διαλεχθούμε μαζί του υπό νέους όρους; Μπορούμε να οικοδομήσουμε έναν νέο συμβολισμό πάνω στα συντρίμμια της κακοπαθημένης από την υπερπροβολή εικόνας της Ακρόπολης; Μπορούμε να ορίσουμε μία νέα ταυτότητα, απαλλαγμένη από ψευδαισθησιακά ιδεολογήματα και ξενοκίνητες φαντασιώσεις; Μπορούμε να εκκινήσουμε προς το μέλλον, αν δεν απεγκλωβιστούμε από τα δεσμά ενός βαρύτιμου παρελθόντος, για το οποίο δεν κοπιάσαμε και που η προστατευτική αγκάλη του μας εμποδίζει να ενηλικιωθούμε; Μπορούμε να εφεύρουμε ένα νέο παρελθόν, όπως έλεγε ο Κάλας, παρατηρώντας πλέον εμάς στον καθρέφτη και όχι εμάς μέσα από το πώς μας βλέπουν οι άλλοι; Τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά και μάλλον θα παραμείνουν ως έχουν για πολύ καιρό ακόμα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
_____________

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911): "Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΣ ΜΑΣ"...






[Φέτος συμπληρώνονται Εκατόν έξι έτη από τον θάνατό του}

Καλημέρα!
Έφυγε σαν σήμερα 3 Ιανουαρίου του 1911, ο κοσμοκαλόγερος Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.

Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκεν την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου
 Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής Αντίχριστος. Αύτη γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρη σώματα και ψυχάς.
 Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος.
 Τώρα όμως η πράγματι επικρατούσα θρησκεία είναι ο πλέον ακάθαρτος και κτηνώδης υλισμός. Μόνον κατά πρόσχημα είναι η χριστιανοσύνη.
 Καίτοι αγράμματη, η γραία μ’ εδίδαξεν ότι εις την ελληνικήν γλώσσαν, άλλως νοούμεν, άλλως ομιλούμεν και άλλως γράφομεν.
 Θα έλεγε τις ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες, διά να αποδειχθή, ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν.
(«Βαρδιάνος στα Σπόρκα»)
 Για ν’ αποκτήση κανείς γρόσια, άλλος τρόπος δεν είναι, πρέπη νάχει μεγάλη τύχη, να εύρη στραβόν κόσμο, και να είναι αυτός μ’ ένα μάτι, δεν του χρειάζονται δύο. Πρέπει να φάη σπίτια, να καταπιή χωράφια, να βουλιάξη καράβια, με τριανταέξ τα εκατό θαλασσοδάνεια, το διάφορο κεφάλι.
Απορώ, πάτερ μου, πώς ο Θεός επιτρέπει να υπάρχη εν τη υπ’ αυτού δημιουργηθείση φύσει αίσθημα ισχυρότερον της εις αυτόν πίστεως.
 Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δε ούτω τους λεγομένους πολιτικούς). Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά δια τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία του αιωνίου εργαστηρίου των.
(από τους «Εμπόρους των Εθνών»)
 Άνευ ψεύδους ουδεμία υπόθεσις ευοδούται.
 Η αλήθεια είναι πάντοτε παράλογος, και διά τούτο δεν την λέγουσι ποτέ οι φρόνιμοι και ηλικιωμένοι άνθρωποι, αλλά την ομολογούσιν οι μεθυσμένοι, οι τρελλοί, οι άρρωστοι και τα μικρά παιδία.
(«Οι Έμποροι των Εθνών»)
 Αχ! κάθε αμαρτία έχει και τη γλύκα της.
(«Η Φόνισσα»)
 Σ’ αυτή την εποχή που βρεθήκαμε, να σε χαρώ … Μεγάλο κεσάτι, μεγάλη δυστυχία στον κόσμο! … Ο παράς, δεν ξέρω πού πάει και χώνεται, και δε βγαίνει στο μεϊντάνι …
(από το θλιβερό διήγημα «Ο Πολιτισμός εις το Χωρίον»)
 Διότι υπώπτευεν, ήξευρε και ησθάνετο ότι ο Γιωργής έτρεφε παιδικόν αίσθημα προς την Αρχόντω.
(η μητέρα, στο διήγημα «Έρως-Ήρως»)
 Και εξ όλων των καρπών ο μόνος, όστις δεν χρήζει ούτε καιρού ούτε ώρας διά να ωριμάση, είναι ο σατανικός έρως.
~~~~~~~~~~~~~~~

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911, Έλληνας συγγραφέας) Κορυφαίος Έλληνας λογοτέχνης, με απαράμιλλη γλώσσα, επονομαζόμενος ο "Άγιος των ελληνικών γραμμάτων". 
Έγραψε ηθογραφικά διηγήματα και μυθιστορήματα, τα οποία κατέχουν περίοπτη θέση στη νεοελληνική λογοτεχνία και έχουν αναγνωριστεί διεθνώςΟ Παπαδιαμάντης έγραψε τρία μυθιστορήματα: "Η Μετανάστις", "Οι έμποροι των Εθνών", "Η Γυφτοπούλα". Τρία εκτεταμένα διηγήματα (νουβέλες): "Χρήστος Μηλιόνης", "Φόνισσα" και "Ρόδινα Ακρογιάλια". 
Επίσης 180 διηγήματα και 40 μελέτες και άρθρα.